Πίσω στο σπίτι μας; Ούτε με σφαίρες, ούτε με βιτριόλι, ούτε με χειροβομβίδες

Στις 24 Φλεβάρη και ενώ στο στέκι μεταναστών στον πεζόδρομο της Τσαμαδού στα Εξάρχεια διεξάγεται συζήτηση για τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς, καλεσμένη από την οργάνωση Αντιρρησίες Συνείδησης, άγνωστοι προσπαθούν να ρίξουν χειροβομβίδα στο εσωτερικό του χώρου όπου εξελίσσεται η εκδήλωση. Η χειροβομβίδα δεν πέφτει στο εσωτερικό του στεκιού, μιας και δεν σπάει το διπλό τζάμι του παραθύρου και εκρήγνυνται σε ένα παρτέρι στον πεζόδρομο της Τσαμαδού το οποίο διαλύει. Από το ωστικό κύμα και τα θραύσματα σπάζονται αρκετές τζαμαρίες και γίνεται διάτρητη η πρόσοψη του απέναντι καφενείου. Αν η χειροβομβίδα έπεφτε στο εσωτερικό του στεκιού μεταναστών σήμερα θα μιλάγαμε για πολλούς νεκρούς και τραυματίες.

Τα σενάρια και οι υποθέσεις θα μπορούσαν να γεμίσουν χιλιάδες σελίδες. Θα μπορούσαν να είναι πράκτορες της ΕΥΠ μέχρι χρυσαυγίτες και από κάποιον πορωμένο εθνικόφρονα καραβανά μέχρι μπάτσοι σε διατεταγμένη υπηρεσία ή από «δική τους πρωτοβουλία». Τα παραπάνω σενάρια έχουν το καθένα την δικιά του σημασία και ερμηνεία. Έτσι κι αλλιώς χτυπήματα σαν αυτό σπέρνουν την σύγχυση στην κοινωνία και ενδυναμώνουν το ιδεολόγημα της ασφάλειας μέσω των ΜΜΕ που, μιλώντας για μία ανεξέλεγκτη εμπόλεμη κατάσταση στο κέντρο της πόλης, σπέρνουν το φόβο και κραυγάζουν για ένταση του ελέγχου και της καταστολής στη περιοχή των Εξαρχείων και όχι μόνο. Όμως όποιος και να πέταξε τη χειροβομβίδα, πέρα από το αυτονόητο, δηλαδή να σκοτώσει και να τρομοκρατήσει, με αυτήν την ενέργεια συνέβαλε στην αναβάθμιση του επιπέδου της έντασης και της βίας: Επιχειρείται έτσι να απογυμνωθεί η αντιπαράθεση με το κράτος και τα αφεντικά από τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της και να μεταφερθεί από τους δρόμους, όπου διαχύθηκε η κοινωνική εξέγερση του Δεκέμβρη, σε ένα αποκλειστικά μιλιταριστικό επίπεδο. Ένα επίπεδο δηλαδή, όπου από τη μία η υλική υπεροχή του κράτους είναι δεδομένη, ενώ από την άλλη η υπεροπλία του αυτή, εύκολα μπορεί να χρησιμοποιηθεί, με την κάλυψη της ρητορικής της δημοκρατίας που επικαλείται τη διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης που κινδυνεύει.

Με αυτό τον τρόπο ανοίγεται ένα πεδίο καταστολής –με κάθε μέσο– ενάντια σε όσους εξεγείρονται. Ενάντια σε αυτούς που βγήκανε στο δρόμο το Δεκέμβρη. Αυτούς που συχνάζουν σε μια από τις πιο πολιτικοποιημένες περιοχές της Αθήνας, τα Εξάρχεια (δεν είναι καθόλου τυχαίο το μέρος το οποίο επιλέγει για την ρίψη της χειροβομβίδας), τα οποία αποτέλεσαν την καρδιά των εξεγερσιακών γεγονότων που ακολούθησαν την δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Αυτούς που ο καθένας με τον τρόπο του συμμετείχε στην εξέγερση. Αυτούς που στόχευσαν οι σφαίρες του κράτους και το βιτριόλι των αφεντικών. Όλους εμάς που αρνούμαστε να δεχτούμε την καταπίεση, την εκμετάλλευση και την τρομοκρατία σαν όρο ζωής.

Στο δρόμο να σπάσουμε τον τρόμο.

Στα ματιά βιτριόλι-σφαίρες και χειροβομβίδες στο ψαχνό, τον πόλεμο τον ζούμε κάθε μέρα εδώ.

Η αλληλεγγύη το όπλο των λαών, πόλεμο στον πόλεμο των αφεντικών.

Όταν η ανάπτυξη επιτίθεται στο πάρκο Πατησίων και Κύπρου

Χαράματα Δευτέρας 26 Ιανουαρίου και οι μπουλντόζες του δήμου Αθηναίων, συνεπικουρούμενες από κάμποσες διμοιρίες, επελαύνουν στο παρκάκι της γωνίας Πατησίων και Κύπρου στην περιοχή της Κυψέλης. Τα 45 δέντρα του πάρκου (κάποια από αυτά υπεραιωνόβια) και μία παιδική χαρά ισοπεδώνονται μέσα σε λίγη ώρα. Η ρητορική της ανάπτυξης είναι ισοπεδωτική. Αυτό που έχει ανάγκη η δεύτερη πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή στον κόσμο δεν είναι οι ελεύθεροι δημόσιοι χώροι πρασίνου, αλλά ιδιωτικά πάρκινγκ και πολυκαταστήματα.

Οι κάτοικοι των γύρω περιοχών δε μένουν απαθείς μπροστά στη βίαιη εφαρμογή των σχεδίων των δημοτικών αρχών. Συγκεντρώνονται στο σημείο και μέχρι νωρίς το απόγευμα συμπλέκονται επανειλημμένα με τις αστυνομικές δυνάμεις, οι οποίες απαντούν με ξύλο, χημικά και δακρυγόνα. Επίθεση δέχονται τα δύο τοπικά αστυνομικά τμήματα, όπου και προκαλούνται υλικές ζημιές.

Η προσωρινή υποχώρηση των ΜΑΤ και η ανακατάληψη του χώρου από τους κατοίκους δε σημαίνει και το τέλος του αγώνα. Την επομένη το πρωί οι δημοτικές αρχές ολοκληρώνουν τη λεηλασία του πάρκου με τη βοήθεια ενός παρακρατικού μηχανισμού, αποτελούμενου από μπράβους και τραμπούκους, με επικεφαλής τον αντιδήμαρχο ασφάλειας στο δήμο Αθηναίων Παπαδάκη. Τη Δευτέρα το μεσημέρι η συγκέντρωση κατοίκων και αλληλέγγυων έξω από το δημαρχείο της Αθήνας (τη στιγμή που στο εσωτερικό συζητείται η υπόθεση του πάρκου) συμπλέκεται με αστυνομικές δυνάμεις όταν επιχειρεί να μπει στο -ανοιχτό κατά τα άλλα- δημοτικό συμβούλιο και να παρέμβει στη διαδικασία. Ακολουθεί δολοφονική επίθεση με ρίψεις χειροβομβίδων κρότου-λάμψης μέσα στο πλήθος, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν σοβαρά τουλάχιστον τρεις διαδηλωτές. Το ίδιο βράδυ ομάδα διαδηλωτών επιτίθεται στο δεύτερο δημαρχείο της Αθήνας, στην οδό Λιοσίων, προκαλώντας στο κτίριο εκτεταμένες υλικές ζημιές.

Η επέλαση των μηχανών της ανάπτυξης εκτείνεται σε ολόκληρη την επικράτεια της μητρόπολης της Αθήνας, και όχι μόνο. Το τσιμέντο κατακλύζει το βλέμμα και την καθημερινότητά μας, το πράσινο αρχίζει σιγά-σιγά να μην έχει ούτε το ρόλο του ντεκόρ. Οι ελεύθεροι δημόσιοι χώροι λεηλατούνται από τις μπουλντόζες και την εμπορική εκμετάλλευση. Πάρκινγκ, πολυκαταστήματα, πολυεθνικές. Ο χώρος και ο χρόνος μας μετριέται με βάση το κέρδος που μπορεί να προσφέρει στα αφεντικά. Η κουλτούρα του αυτοκινήτου χαράζει συμπεριφορές και λογικές.

Ο αγώνας που δίνουν οι κάτοικοι της Κυψέλης αποτελεί συνέχεια των αγώνων που εδώ και χρόνια δίνουμε και εμείς στις γειτονιές μας για την προάσπιση και διεκδίκηση των ελεύθερων δημόσιων χώρων. Από τις παρεμβάσεις ενάντια στα τραπεζοκαθίσματα στο πεζόδρομο της Ηρακλειδών στο Θησείο και τη δημιουργία πάρκου στην Κορεάτικη αγορά, τον αγώνα ενάντια στην περίφραξη, τον έλεγχο και την εμπορευματοποίηση του λόφου του Φιλοπάππου, τις δράσεις ενάντια στην εμπορική εκμετάλλευση του πάρκου στη γωνία των Ορλώφ και Μουσών στο Κουκάκι και του Σεράφειου κολυμβητήριου. Μέσα από λαϊκές συνελεύσεις και ανοιχτές διαδικασίες, όπου όλοι συζητάμε και αποφασίζουμε ισότιμα και αυτοοργανωμένα, επιλέγουμε να πάρουμε οι ίδιοι τις ζωές μας στα χέρια μας, να δημιουργήσουμε και να ορίσουμε εμείς οι ίδιοι την καθημερινότητα στις γειτονιές μας.

Κάτω τα ξερά σας από τους δημόσιους χώρους

Σαμποτάζ στις μηχανές της ανάπτυξης

Αλληλεγγύη στον αγώνα των κατοίκων της Κυψέλης

Στην εποχή των δολοφόνων, η σιωπή είναι συνενοχή

Τα γεγονότα είναι γνωστά, δε θα αναλωθούμε σε αυτά, δε θα ψάξουμε ιστούς και δέρμα για να βρούμε την πορεία της σφαίρας, δε θα απαιτήσουμε αυτοψία ούτε και ψυχολογική εξέταση του «δράστη» (μία λέξη-ειρωνεία, τεχνοκρατικά αποστειρωμένη, καλολογικό στοιχείο που θέλει να μας πείσει για την αντικειμενικότητα δικαστών και δημοσιογράφων, για την προσήλωση τους στη διαφύλαξη του τεκμηρίου της αθωότητας). Ζούμε στην εποχή των δολοφόνων.
Ο θάνατος ενός 15χρονου στα στενά των Εξαρχείων είχε αναγγελθεί χρόνια πριν, όταν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ούρλιαζαν κάθε βράδυ στις 8 για το κύμα εγκληματικότητας που εισβάλλει στη χώρα μαζί με τις ορδές των εξαθλιωμένων μεταναστών, όταν οι νοικοκυραίοι εγκαθιστούσαν κάμερες στα σπίτια και τα μαγαζιά τους, όταν ο γελοίος πολιτικός προϊστάμενος των δυνάμεων καταστολής δήλωνε ότι «οι αστυνομικοί είναι άνθρωποι με νευρικό σύστημα, και μάλιστα φέρουν όπλα». Το όπλο του μπάτσου που «είχε βαρεθεί να τρώει πέτρες» είχε εκπυρσοκροτήσει, πολύ πριν ο Αλέξης πέσει νεκρός.

Τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του «θύματος» (μία λέξη-ειρωνεία, τεχνοκρατικά αποστειρωμένη, πτώμα στα στόματα των δικαστών και των δημοσιογράφων, γυμνή από πράξη και συναισθήματα) σόκαραν μία κοινωνία που είχε μάθει να αναμασά την περί ασφάλειας ρητορική μαζί με τους «ενόχους» σκληροπυρηνικούς και βίαιους ανθρώπους που συχνάζουν στα Εξάρχεια. Ο Αλέξης ήταν γηγενής και, άρα, εντελώς «αθώος», σε αντίθεση με τους «ένοχους» πιτσιρικάδες που σαπίζουν στα στρατόπεδα κράτησης στη Χίο και τη Μυτιλήνη. Ο Αλέξης ήταν παιδί «αξιοπρεπούς οικογένειας» και, άρα, εντελώς «αθώος», σε αντίθεση με τους «ενόχους» ανέργους, απολυμένους, αποκλεισμένους αυτής της κοινωνίας. Το γεγονός ότι οι επαγγελματίες της διαμεσολάβησης και της υποκρισίας αθώωσαν περίτρανα τον Αλέξη έφερε ρίγη σε όλους: στην κοινωνία της ασφάλειας, κανείς δεν είναι ασφαλής.

Τα όσα διαδραματίζονται στους δρόμους όλων των πόλεων, όλης της επικράτειας, είναι η ζωντανή άρνηση της οργανωμένης επιχειρηματολογίας της εξουσίας: η δολοφονία του Αλέξη δεν είναι ούτε τυχαία, ούτε μεμονωμένη, ούτε αναπάντεχη. Είναι η καθημερινότητά μας, η ζωή στο κάτεργο μίας στρατοκρατούμενης μητρόπολης, ο αβίωτος βίος της ασφάλειας. Όσο κι αν οι πολιτικοί και οι διαχειριστές του θεάματος προσπαθούν να αντιστρέψουν το κλίμα, δίνοντας μικρόφωνα στους «αγανακτισμένους πολίτες», κλαυθμυρίζοντας για το «πλιάτσικο», ουρλιάζοντας για την «ανομία», κανείς δε μπορεί πια να προσάψει την ποιότητα του προβοκάτορα στους χιλιάδες πιτσιρικάδες που πολιορκούν τα αστυνομικά τμήματα, που σπάνε τα δημαρχεία, που αρνούνται στην πράξη την κηδεμονία των κομματικών πρωτοποριών. Η μόνη που πείθεται και, βεβαίως, αναπαράγει την προβοκατορολογία είναι η νίπτουσα τας χείρας της καθεστωτική αριστερά. Σε πείσμα των αμήχανων, μουδιασμένων και τρομοκρατημένων ανδρείκελων. Ο Αλέξης είναι ζωντανός όσο είμαστε στους δρόμους.

Στην εποχή των δολοφόνων, η σιωπή είναι συνενοχή.

Κανένας αιχμάλωτος στα χέρια του κράτους.

Άμεση απελευθέρωση όλων των συλληφθέντων.

Δεν είπαμε ακόμα την τελευταία λέξη, αυτές οι νύχτες είναι του Αλέξη.


Πρωτοβουλία αναρχικών από τις γειτονιές του Φιλοπάππου

1 2 3