Γκάζι: Ο εκλαϊκευμένος εξευγενισμός
Αναδημοσίευση
Το ζήτημα της “αποικιοποίησης” των Άνω Πετραλώνων και της μετατροπής τους σε ζώνη κατανάλωσης (Κυδαντιδών, Τρώων, πλατεία Μερκούρη) μας έχει απασχολήσει και στο παρελθόν σε αυτόν εδώ τον ιστότοπο. Ούτως ή άλλως παραμένει ανοιχτό (και πως δε θα μπορούσε άλλωστε…), ως σημείο αιχμής ανάμεσα στους γενικότερους προβληματισμούς για το πώς θα γίνουν πιο ανθρώπινες και ζωντανές οι γειτονιές μας.
Παρακάτω θα αναδημοσιεύσουμε το άρθρο ενός επίκουρου καθηγητή αρχιτεκτονικού σχεδιασμού στο πανεπιστήμιο της Πάτρας, του Πάνου Δραγώνα, όπως αυτό δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο greekarchitects.gr. Αναφέρεται στο Γκάζι, στο σταδιακό “εξευγενισμό” (gentrification) της γειτονιάς μέσα σε ένα ορίζοντα χρόνου που ξεκινάει από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 και φτάνει μέχρι τις ημέρες μας.
Σίγουρα, επιπλέον πηγή σκέψης και γνώσης για όσους παλεύουμε -και εδώ-, απέναντι στην αλλοτρίωση και την εξατομίκευση, να διατηρήσουμε την κοινότητα της γειτονιάς. Η μνήμη κάποιες φορές είναι πολύ σημαντικό εφόδιο…
Η ιστορία έχει επαναληφθεί αρκετές φορές σε διαφορετικές πόλεις:
Μια κεντρική περιοχή απελευθερώνεται από τις βιομηχανικές χρήσεις του παρελθόντος. Οι ανήσυχες δημιουργικές ομάδες της πόλης δεν αργούν να ανακαλύψουν τη γοητεία των εγκαταλελειμμένων κτηρίων. Ανοίγουν τα πρώτα μπαρ, εστιατόρια, θέατρα, αλλά και χώροι εργασίας και καταστήματα. Οι πιο τολμηροί μετατρέπουν τα παλαιά κτίσματα σε κατοικίες. Άνθρωποι διαφορετικής κουλτούρας συνυπάρχουν σε έναν απρόβλεπτο αστικό χώρο γεμάτο μνήμες και αντιφάσεις. Σύντομα τα νέα διαδίδονται. Στην αρχή από στόμα σε στόμα και στη συνέχεια μέσα από τα περιοδικά. Στην περιοχή αρχίζουν να γίνονται επενδύσεις και έργα υποδομής. Η αξία της γης ανεβαίνει και η εύθραυστη ισορροπία ανατρέπεται. Οι παλαιοί κάτοικοι δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις νέες οικονομικές απαιτήσεις και εγκαταλείπουν την περιοχή. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ανήσυχες ομάδες που την ανακάλυψαν. Η περιοχή προσελκύει πλέον ανώτερα οικονομικά στρώματα και αλλάζει οριστικά ταυτότητα.
Το παραπάνω φαινόμενο είναι γνωστό στη διεθνή βιβλιογραφία με τον όρο “gentrification” που στα ελληνικά μπορεί να αποδοθεί ως “εξευγενισμός”. Πρόκειται για μια σύνθετη διαδικασία αστικού μετασχηματισμού με διαφορετικές διαστάσεις. Η σημαντικότερη από αυτές είναι η οικονομική καθώς ο εξευγενισμός του αστικού χώρου υποκινείται από επενδυτικές πρωτοβουλίες που έχουν ως στόχο την αξιοποίηση ακίνητης περιουσίας. Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει η πολιτιστική διάσταση του θέματος, και πιο συγκεκριμένα η σχέση της κτηματαγοράς με τον καλλιτεχνικό χώρο, καθώς το έναυσμα για τον εξευγενισμό μιας περιοχής δίνεται από τις δημιουργικές ομάδες που τον “ιχνηλατούν” και ανοίγουν τον δρόμο για τους επερχόμενους επενδυτές. Μια τρίτη διάσταση του ζητήματος είναι, βέβαια, η κοινωνική καθώς σε όλη την παραπάνω διαδικασία επηρεάζονται ανθρώπινες ζωές, μετακινούνται πληθυσμοί και διαλύονται τοπικές κοινότητες.
Η αθηναϊκή εμπειρία εξευγενισμού αστικών περιοχών, όπως το Γκάζι, είναι σχετικά νέα. Το πρώτο και πιο γνωστό παράδειγμα αποτυχημένης απόπειρας εξευγενισμού είναι αυτό του Ψυρρή, ενώ στις μέρες μας βρίσκονται σε εξέλιξη ανάλογοι μετασχηματισμοί στον Κεραμεικό και το Μεταξουργείο. Όπως θα δούμε στη συνέχεια, η αθηναϊκή εμπειρία του εξευγενισμού ακολουθεί, μέχρι ενός σημείου, την ανάλογη διεθνή εμπειρία. Το τελικό αποτέλεσμα, όμως, καθορίζεται από τον ιδιόρρυθμο τρόπο ανάπτυξης και τις θεσμικές δυσλειτουργίες της ελληνικής πόλης.
Η νεώτερη ιστορία της περιοχής γύρω από το Γκάζι ξεκινάει το 1984 όταν το εργοστάσιο φωταερίου διακόπτει τη λειτουργία του. Την περίοδο αυτή, οι κάτοικοι της περιοχής είναι στην πλειοψηφία τους φτωχοί μουσουλμάνοι εργάτες από τη Θράκη. Το Γκαζοχώρι έχει κακή φήμη και ο μέσος αθηναίος το αποφεύγει. Η περιοχή φιλοξενεί βιοτεχνίες και συνεργεία αυτοκινήτων ενώ τα χαμηλά ενοίκια προσελκύουν το νέο κύμα οικονομικών μεταναστών.
Η διακοπή λειτουργίας του εργοστασίου επιτρέπει την αποκάλυψη του ιδιαίτερου αρχιτεκτονικού χαρακτήρα της περιοχής, η οποία περιλαμβάνει τόσο τα περίτεχνα βιομηχανικά κτήρια του Γκαζιού όσο και τα λαϊκά σπίτια στο Γκαζοχώρι που διατηρούνται ακόμη ανέπαφα. Η ανακάλυψη του χώρου ακολουθεί διαδοχικές φάσεις: Η πρώτη “ιχνηλάτηση” του γίνεται στις αρχές της δεκαετίας του 1990 από την τοπική gay κοινότητα. Στην περιοχή ανοίγουν τα πρώτα club και μετακομίζουν οι πρώτοι νέοι κάτοικοι επωφελούμενοι από τα χαμηλά ενοίκια της εποχής. Καθοριστική είναι η δημιουργία των δύο κύριων πολιτιστικών χώρων της οδού Πειραιώς: Το 1999 ξεκινάει η λειτουργία της Τεχνόπολης του Δήμου Αθηναίων στο παλαιό εργοστάσιο φωταερίου• ενώ το 2003 εγκαινιάζεται το Μουσείο Μπενάκη, το σημαντικότερο κτήριο πολιτισμού στην ευρύτερη περιοχή μέχρι σήμερα.
Στο διάστημα αυτό, το Γκάζι γνωρίζει τη μεγαλύτερη ακμή του. Τα έργα ενοποίησης των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας φτάνουν μέχρι την πόρτα της Τεχνόπολης. Κυκλοφορεί ακόμη η φήμη ότι εκεί πρόκειται να δημιουργηθεί το νέο κτήριο της Λυρικής Σκηνής. Η γενικότερη ευδαιμονία που επικρατεί στην Αθήνα το 2004 αντανακλάται στην περιοχή, που προβάλλεται ως ο κύριος χώρος έκφρασης των δημιουργικών ομάδων της πόλης. Την περίοδο αυτή, οι αυξημένοι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης ενθαρρύνουν τη διάδοση νέων προτύπων ζωής τα οποία επικεντρώνονται στον καταναλωτισμό και την αναζήτηση νέων αστικών εμπειριών. Τα πρότυπα αυτά εκφράζονται στην περιοχή με δύο τρόπους:
Ο πρώτος αφορά στην ανάπτυξη νέων χώρων διασκέδασης με ιδιαίτερη αισθητική άποψη που δεν απευθύνονται πλέον μόνο στην gay κοινότητα. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ‘90, στις οδούς Περσεφόνης και Ανδρονίκου ανοίγουν τα πρώτα club και εστιατόρια που προσελκύουν ευρύτερο κοινό.
Το κοινό αυτό περιλαμβάνει νέες ομάδες πληθυσμού οι οποίες επιθυμούν να κατοικήσουν στο κέντρο της πόλης. Οι ομάδες αυτές είναι ευκατάστατες, έχουν υψηλό επίπεδο μόρφωσης και αισθητική άποψη, και ενδιαφέρονται για την απόκτηση κατοικίας υψηλών προδιαγραφών, δίχως να έχουν αναγκαστικά σχηματίσει οικογένεια. Οι ομάδες αυτές επιθυμούν να κατοικήσουν στο κέντρο της πόλης, μακριά από τα προάστια στα οποία έχουν μεγαλώσει, αλλά κοντά στους χώρους εργασίας και διασκέδασης τους. Η παραπάνω τάση προσφέρει την αφορμή για την οικιστική ανάπτυξη της περιοχής. Τα μικροσκοπικά οικόπεδα της περιοχής, σε συνδυασμό με την απαίτηση για ευέλικτους χώρους διαβίωσης, οδηγούν στη δημιουργία πολυκατοικιών με νεωτερικό χαρακτήρα όπου κυριαρχούν τα διαμερίσματα τύπου loft.
Σε αυτή τη φάση φαίνεται ιδιαίτερα πιθανό ότι η διαδικασία του εξευγενισμού θα ολοκληρωθεί ακολουθώντας τα διεθνή πρότυπα. Η ανάπτυξη της περιοχής προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες επένδυσης σε ακίνητη περιουσία καθώς η αξία της γης πολλαπλασιάζεται. Η ανθρωπογεωγραφία έχει αρχίσει να μεταβάλλεται καθώς ο πληθυσμός των μουσουλμάνων κατοίκων αδυνατεί να αντισταθεί στη νέα οικονομική πραγματικότητα. Τα συνεργεία και οι βιοτεχνίες μειώνονται καθώς όλο και περισσότερα οικόπεδα οικοδομούνται και μετατρέπονται σε μικρές πολυτελείς πολυκατοικίες. Αντίστοιχα, βέβαια, εγκαταλείπουν την περιοχή και οι πρώτοι τολμηροί κάτοικοι της, οι “ιχνηλάτες” του εξευγενισμού, είτε επειδή δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το νέο αυξημένο κόστος διαβίωσης είτε επειδή δεν τους εκφράζει το νέο καταναλωτικό lifestyle της περιοχής. Είναι άλλωστε δεδομένο ότι το Γκάζι έχει εγκαταλείψει την “υπόγεια” αισθητική της δεκαετίας του ‘90 και εκφράζει πλέον τη mainstream αθηναϊκή κουλτούρα.
Σε αυτή τη φάση, όλα δείχνουν ότι το Γκάζι μπορεί να εξελιχθεί σε μια συνοικία υψηλών προδιαγραφών ικανή να φιλοξενήσει τη νέα ελίτ της πόλης, ακολουθώντας τα πρότυπα “εξευγενισμένων” περιοχών όπως το Lower East Side της Νέας Υόρκης. Κάτι τέτοιο βέβαια -ευτυχώς ή δυστυχώς- ουδέποτε συνέβη και σήμερα πλέον δείχνει απίθανο να συμβεί. Τα δύο τελευταία χρόνια, το Γκάζι ακολουθεί μια διαφορετική πορεία η οποία καθορίζεται από συγκεκριμένα γεγονότα αλλά και την αδυναμία διαχείρισης του αστικού χώρου από τους φορείς της πόλης:
Ένα κρίσιμο γεγονός για την εξέλιξη της περιοχής είναι η άφιξη του Μετρό. Το άνοιγμα του σταθμού στον Κεραμεικό το 2007 πολλαπλασιάζει τους επισκέπτες του χώρου και μετατρέπει το Γκάζι σε περιοχή μαζικής διασκέδασης. Στην πλατεία που δημιουργείται γύρω από το σταθμό αναπτύσσονται τυποποιημένοι χώροι μαζικής αναψυχής (καφετέριες, εστιατόρια, ταβέρνες) που δεν θυμίζουν σε τίποτα ούτε την “υπόγεια” gay κουλτούρα της δεκαετίας του 1990 αλλά και ούτε τους mainstream χώρους της ευκατάστατης ελίτ των περασμένων ετών.
Μια δεύτερη, παράλληλη, εξέλιξη αφορά στη μεταφορά μεγάλων χώρων νυκτερινής διασκέδασης κατά μήκος της Ιεράς Οδού και της Πειραιώς. Οι επιχειρηματίες της νύχτας συνειδητοποιούν εγκαίρως την δυναμική της περιοχής και σποκτούν σε χαμηλές τιμές μεγάλης έκτασης χώρους. Η λειτουργία των μεγάλων νυχτερινών κέντρων δίνει προαστιακό χαρακτήρα στο ίδιο το κέντρο της πόλης, καθώς δημιουργούνται χώροι μεγάλης συγκέντρωσης όπου η πρόσβαση γίνεται με αυτοκίνητο. Την ίδια, βέβαια, στιγμή ο νέος χαρακτήρας της περιοχής ακυρώνει οποιαδήποτε προοπτική για την πολυσυζητημένη πολιτιστική ανάπτυξη της.
Στο σημείο αυτό οι ρυθμοί ανάπτυξης έχουν ήδη αρχίσει να οδηγούν την πόλη σε αδιέξοδο. Η ξέφρενη επέκταση των χώρων αναψυχής προκαλεί τη δυσαρέσκεια των νέων κατοίκων που ξαφνικά βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε ένα περιβάλλον τελείως διαφορετικό από αυτό που τους προσέλκυσε. Τα πρότυπα αστικής κατοίκησης που αναπτύχθηκαν στην περιοχή τα προηγούμενα χρόνια βρίσκονται αντιμέτωπα με την εισβολή προαστιακών προτύπων μαζικής διασκέδασης, όπως τα μεγάλα νυχτερινά κέντρα, τα εμπορικά κέντρα και οι μετακινήσεις με αυτοκίνητο. Το όραμα της κατοίκησης στο Γκάζι έχει αρχίσει πλέον να ξεθωριάζει.
Η χαριστική βολή θα δοθεί στην περιοχή με την οικονομική κρίση του 2008. Η περιοχή βρίσκεται πλέον σε μια νέα ιδιόμορφη φάση εξέλιξης η οποία μπορεί να παρομοιαστεί με ανακωχή ή ψυχρό πόλεμο. Το Γκάζι, βέβαια, εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να είναι γεμάτο αντιφάσεις:
Ο παλιός χαρακτήρας της περιοχής δεν έχει απαλειφθεί. Οι μικροί μουσουλμάνοι κάτοικοι παίζουν ακόμη και σήμερα στην κεντρική πλατεία της γειτονιάς. Ενώ αρκετά από τα παλιά λαϊκά σπίτια τους εξακολουθούν να διακρίνονται, ανάμεσα στα lofts, χάρη στα απλωμένα ρούχα και τις δορυφορικές κεραίες τους. Αντίστοιχα, πολλά από τα παλαιά συνεργεία της περιοχής εξακολουθούν να λειτουργούν ανάμεσα σε μετά-μοντέρνες ταβέρνες και καφετέριες.
Η σύγκρουση μεταξύ των δραστηριοτήτων κατοίκησης και αναψυχής δεν έχει ακόμη λήξει. Ο δραστήριος τοπικός σύλλογος κατοίκων οργανώνει συστηματικά κινητοποιήσεις ενάντια στην παρατεταμένη υποβάθμιση της περιοχής. Ακόμη και σήμερα, εξακολουθούν να κτίζονται νέες πολυκατοικίες τύπου loft, αν και σε πολλές περιπτώσεις είναι εμφανής η υποχώρηση στην ποιότητα κατασκευής και τις παροχές. Αντίστοιχα, οι χώροι διασκέδασης γύρω από τον σταθμό του μετρό εξακολουθούν να είναι γεμάτοι κόσμο.
Στην περιοχή δημιουργούνται νέοι χώροι πολιτισμού, αν και αυξάνονται οι αμφιβολίες τόσο για τη σκοπιμότητα ορισμένων πρωτοβουλιών όσο και για την αποτελεσματικότητα τους. Ο Δήμος Αθηναίων πρόσφατα αποφάσισε τη μετατροπή του αεριοφυλακίου Δ15, του κύριου τοποσήμου της περιοχής, σε συναυλιακό χώρο. Η απόφαση αυτή προκαλεί σοβαρή ανησυχία για τον κίνδυνο κακοποίησης ενός ακόμη μνημείου της τοπικής βιομηχανικής αρχιτεκτονικής από την ίδια τη Δημοτική αρχή. Μια πιο ευχάριστη εξέλιξη αφορά στη μετεγκατάσταση στην Ιερά Οδό, στον χώρο του παλαιού κινηματογράφου “Λαϊς”, της Ταινιοθήκης της Ελλάδος. Η νέα Ταινιοθήκη μπορεί να επαινεθεί για την προσεκτική παρέμβαση στο παλαιό κέλυφος και τη λιτή αρχιτεκτονική της (Αρχιτέκτονες: Ν. Μπελαβίλας και Β. Τροβά). Την ίδια, όμως, στιγμή προκαλεί μελαγχολία η άνιση σύγκριση του νέου χώρου με το ευρύτερο περιβάλλον της Ιεράς οδού όπου κυριαρχούν εμπορικά κέντρα, μεγάλες «πίστες» λαϊκής διασκέδασης και πλυντήρια αυτοκινήτων.
Οι έντονες αντιφάσεις που διαπιστώνονται ανάμεσα στην Πειραιώς και την Ιερά Οδό δεν οφείλονται στην ιδιαίτερη δυναμική του αστικού χώρου αλλά στην αποδιάρθρωση του. Το σύγχρονο Γκάζι είναι αποτέλεσμα ενός εκλαϊκευμένου εξευγενισμού, μιας ημιτελούς προσπάθειας μετασχηματισμού, που αλλοίωσε την ταυτότητα της πόλης δίχως να καταφέρει να επιβάλει τους όρους της. Η οικοδομική δραστηριότητα είναι πλέον περιορισμένη και δεν φαίνεται ικανή να μετασχηματίσει την περιοχή. Η πολιτιστική δραστηριότητα είναι υποβαθμισμένη. Τα εμπνευσμένα graffiti στους τοίχους των παλαιών σπιτιών δεν αποκρύπτουν το γεγονός ότι οι δημιουργικές ομάδες της πόλης έχουν ήδη εγκαταλείψει το Γκάζι και στην περιοχή κυριαρχούν τα μεγάλα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης. Τέλος, η περιοχή εξακολουθεί να αποτελεί πεδίο κοινωνικής σύγκρουσης καθώς η τοπική κοινότητα έχει μεν δεχτεί σοβαρά πλήγματα, αλλά παραμένει ζωντανή και αντιμετωπίζει από κοινού με τους νέους κατοίκους την εισβολή της μαζικής διασκέδασης.
Μετά το 2004, στην Αθήνα δεν έχει παρουσιαστεί κανένα αξιόπιστο σχέδιο στρατηγικής ανάπτυξης. Η πολιτεία και η τοπική αυτοδιοίκηση έχουν αφήσει την εξέλιξη της πόλης στα χέρια των επιχειρηματιών της κτηματαγοράς. Η ανάπτυξη της Αθήνας καθορίζεται από ένα οικονομικό παιγνίδι στο οποίο αντιμάχονται μικροί επιχειρηματίες και κολοσσοί, εταιρίες με αίσθημα κοινωνικής ευθύνης και καιροσκόποι, νομοταγείς επιχειρηματίες και διεφθαρμένα κυκλώματα. Πολλά από τα προβλήματα που διαπιστώνονται στο Γκάζι, θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί εάν η πολιτεία και η τοπική αυτοδιοίκηση είχαν πιο ενεργό ρόλο στην αντιμετώπιση των πολεοδομικών προβλημάτων. Κάτι τέτοιο, βέβαια, δεν συμβαίνει οπότε και η ανάπτυξη της ελληνικής πόλης εξακολουθεί, ακόμη και σήμερα, να βασίζεται στον καιροσκοπισμό και την ιδιωτική κερδοσκοπία. Η πολιτική αυτή βοηθάει στη βραχυπρόθεσμη, μόνον, ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας. Το παράδειγμα του Γκαζιού μας διδάσκει ότι ο συγκεκριμένος τρόπος ανάπτυξης φέρνει την πόλη σε αδιέξοδο, καθώς τα τοπικά χαρακτηριστικά εξαλείφονται και οι μεγάλες ευκαιρίες σπαταλούνται. Η ταυτότητα της πόλης ξεθωριάζει και οι επιλογές που προσφέρει στους κατοίκους και τους επισκέπτες της καθημερινά περιορίζονται. Εάν αυτή η πορεία δεν ανακοπεί, είναι δεδομένο ότι η μελλοντική Αθήνα, κορεσμένη από την αλόγιστη εκμετάλλευση, θα έχει περιορισμένες δυνατότητες επιβίωσης στον διεθνή ανταγωνισμό των πόλεων.