Μοναδική ελπίδα απελευθέρωσης της τάξης μας ήταν και παραμένει ο αγώνας για την κοινωνική επανάσταση
Οι τελευταίες εκλογές προκηρύχθηκαν ως απάντηση του πολιτικού συστήματος στην κρίση κοινωνικής νομιμοποίησής του, όπως αυτή εκφράστηκε στους δρόμους με τις δυναμικές και μαζικές κινητοποιήσεις των δύο τελευταίων ετών, με αποκορύφωμα την 12η Φλεβάρη. Οι εκλογές, ως θεμελιώδης διαδικασίας ανάθεσης και αντιπροσώπευσης, αποτέλεσαν, έστω και πρόσκαιρα, το σημείο επανανομιμοποίησης της αστικής δημοκρατίας. Έγινε φανερή η αναδιάταξη των αστικών πολιτικών δυνάμεων (κυβερνητικών και αντιπολιτευόμενων) που θα αναλάβουν τη συνέχιση και την ένταση της αντικοινωνικής επίθεσης του κράτους και των αφεντικών στους καταπιεσμένους, οδηγώντας μας σε μεγαλύτερη εξαθλίωση. Από τη μία, το σοσιαλ-νεοφιλελεύθερο στρατόπεδο των ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, το οποίο ανέλαβε την κυβέρνηση και από την άλλη το σοσιαλδημοκρατικό που εκφράζεται κύρια πλέον από το ΣΥΡΙΖΑ, επιφορτίζονται με τη λήψη νέων δυσμενέστερων μέτρων καθώς και με την υπέρβαση των κοινωνικών αντιστάσεων.
Βασικό διακύβευμα και για τα δυο κυρίαρχα κομματικά μπλοκ ήταν η εκτόνωση της διάχυτης κοινωνικής οργής που παράγεται από τις επιβαλλόμενες και διαρκώς επιδεινούμενες συνθήκες εξαθλίωσης και η διοχέτευσή της σε ακίνδυνα για το καθεστώς κοινοβουλευτικά κανάλια. Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ επιστράτευσαν το φόβο μιας πιθανής χρεοκοπίας, της κατάρρευσης της οικονομίας και του εσωτερικού εχθρού (οροθετικές, μετανάστες, απεργοί) προκειμένου να τρομοκρατήσουν, να προβάλλουν την «εθνική ενότητα» και να αποσπάσουν εκ νέου ένα μεγάλο μέρος της απολεσθείσας συναίνεσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ από τη μεριά του πρότεινε την επιστροφή στο κεϋνσιανό μοντέλο διαχείρισης, προσπάθησε να καλλιεργήσει αυταπάτες για την ύπαρξη λύσεων εντός του καπιταλισμού, προτάσσοντας ως λύση τη συνδιαλλαγή με τους ταξικούς μας εχθρούς. Κατάφερε έτσι, σε μεγάλο βαθμό, να κεφαλαιοποιήσει τις ριζοσπαστικές κινηματικές διαδικασίες των δύο τελευταίων ετών και να αποτελέσει μια νέα δύναμη στήριξης του συστήματος.
Η νεοναζιστική χρυσή αυγή, κρατικό ενεργούμενο από την ίδρυσή της και πολιτικός επίγονος των χιτών και των ταγματασφαλιτών, αποτέλεσε πόλο συνάθροισης κυρίως των ακροδεξιών που «φιλοξενούνταν» μέχρι τώρα στο ΛΑΟΣ και τη ΝΔ. Έγινε προσπάθεια να παρουσιαστεί σε αυτές τις εκλογές ως αντισυστημικό μόρφωμα και καρπώθηκε εκλογικά ένα απογοητευμένο, συντηρητικό τμήμα της κοινωνίας που αποφάσισε να εκφράσει με την ψήφο του τα πιο αντιδραστικά του ένστικτα, όπως αυτά καλλιεργούνται και αναπτύσσονται σε περιόδους καπιταλιστικής κρίσης. Απευθυνόμενη σε αυτά ακριβώς τα ένστικτα, προτείνει ως άμεση λύση τον εθνικισμό και την εξόντωση όσων στοχοποιούνται από το κράτος ως εσωτερικός εχθρός. Αν και επιχειρεί να προβάλλει ένα κοινωνικό προσωπείο, θα χρησιμοποιηθεί στο άμεσο μέλλον όπως και στο παρελθόν ως συστημική εφεδρεία, ενισχύοντας την κατασταλτική και αντικινηματική δράση των επίσημων κρατικών δυνάμεων.
Παρά την τεράστια προσπάθεια των ΜΜΕ και των κομμάτων να μας πείσουν για τη σπουδαιότητα και την κρισιμότητα «αυτών ειδικά των εκλογών», παρά την προσπάθεια τρομοκράτησης και χειραγώγησης της κοινωνίας, δεν κατάφεραν να πείσουν ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, το οποίο έμεινε ασυγκίνητο και δεν συμμετείχε στις εκλογές. Κατάφεραν όμως αυτό που δεν είχαν καταφέρει επί δύο χρόνια, χρησιμοποιώντας κάθε πρόσφορο σε αυτούς μέσο. Την προσωρινή αδρανοποίηση των κινητοποιήσεων, την απομάκρυνση των ανθρώπων από το δρόμο, την ανάσχεση της περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση τμημάτων της κοινωνίας και της κινηματικής ανάπτυξης. Επιπλέον, επέβαλαν μια άκρως συντηρητική ατζέντα «δημόσιας» συζήτησης.
Ως αναρχικοί αντιταχθήκαμε εξ αρχής σε κάθε εκλογική διαδικασία και συμμετοχή, προτάσσοντας την ταξική-κοινωνική αυτοοργάνωση. Δε θεωρήσαμε ποτέ ότι η συμμετοχή στις αστικές εκλογές με οποιοδήποτε τρόπο, μπορεί να αποτελέσει λύση ή να βελτιώσει τις συνθήκες καταπίεσης και εκμετάλλευσης που υφίσταται η τάξης μας. Η αντίθεσή μας στην εκλογική διαδικασία, προέρχεται από την πάγια θέση μας ενάντια στη διαμεσολάβηση και την ανάθεση. Για εμάς η άρνηση του συστήματος συνεπάγεται την δημιουργία αυτοοργανωμένων, αντιεραρχικών δομών στους χώρους εργασίας, στη γειτονιά, στο σχολείο, το πανεπιστήμιο, σε κάθε τόπο που οι καταπιεσμένοι συναντώνται και ζουν. Οι δομές αυτές πρέπει να εκκινούν αγώνες, να τους κλιμακώνουν, να ωθούν προς την γενικευμένη κοινωνική αυτοδιεύθυνση. Μέσα από την αλληλεγγύη και την ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης, θα αποτελέσουν το πρόπλασμα της αυριανής, ελεύθερης, αυτοδιευθυνόμενης κοινωνίας.
Συνεπώς, μετά τις εκλογές, δεν μπορούμε παρά να συνεχίσουμε να οξύνουμε τον αγώνα ενάντια στο κράτος και το κεφάλαιο. Για εμάς, ο αγώνας αυτός διεξάγεται συλλογικά, αδιαμεσολάβητα, μακριά από ειδικούς και επίδοξους εκφραστές του, προωθώντας μια συνολική επαναστατική κατεύθυνση. Προτάσσουμε δηλαδή την ανάπτυξη ενός κινήματος ικανού να αντισταθεί και να αντεπιτεθεί, να κινηθεί έξω από τα όρια του συστήματος, ριζοσπαστικοποιώντας τους αγώνες στην κατεύθυνση της κοινωνικής απελευθέρωσης.