Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο. Οι κρίσεις αποτελούν δομικό στοιχείο του καπιταλισμού. Από καιρό τώρα υπάρχουν τα χαρακτηριστικά της σημάδια αλλά μέχρι τώρα μπορούσαν να τα καμουφλάρουν. Ακόμα και σήμερα προσπαθούν να μας αποπροσανατολίσουν χρησιμοποιώντας φαιδρά και χιλιοειπωμένα επιχειρήματα όπως π.χ. «φταίνε τα golden boys που έγιναν άπληστα», «χάθηκε ο κρατικός έλεγχος» κ.τ.λ.
Οι επαναλαμβανόμενες οικονομικές κρίσεις είναι η μόνιμη απειλή για το κεφάλαιο και τους πολιτικούς εκφραστές του. Η σημερινή κρίση είναι καθολική γιατί αγκαλιάζει τόσο τη σφαίρα παραγωγής όσο και τη σφαίρα της κυκλοφορίας και δεν πρόκειται να περιοριστεί στο χρηματιστηριακό πεδίο από το οποίο ξεκίνησε. Η παγκόσμια ζήτηση έχει ήδη αρχίσει να μειώνεται, στην ίδια τροχιά βρίσκεται και η αγοραστική δύναμη του χρήματος, γεγονός που θα επιδράσει στην παραγωγή. Τα κράτη ρίχνουν ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τους στη χρηματοδότηση των καταρρεόντων χρηματοπιστωτικών οίκων. Δηλαδή διοχετεύουν κρατικό χρήμα για να στηρίξουν τον παρασιτισμό των τραπεζιτών, ο οποίος αποτελεί ένα από τα αίτια της κρίσης , και συγκεκριμένα εκείνο που την κατέστησε παγκόσμια και ανεξέλεγκτη.
Φυσικά αυτή η βαθιά κρίση που θα επιφέρει νέα δεινά στους καταπιεσμένους του πλανήτη, θα έχει και πολιτικά αποτελέσματα: Ένταση της καταστολής, της κρατικής τρομοκρατίας, και πιθανούς νέους πολέμους. Θα επιχειρηθεί έτσι η αποκόμιση υπερκερδών είτε με παραδοσιακούς τρόπους όπως η πολεμική βιομηχανία, είτε με νέες πολιτικές και ιδεολογήματα της κυριαρχίας όπως η πράσινη ανάπτυξη (διαχείριση σκουπιδιών, εναλλακτικές μορφές ενέργειας, κατασκευή οικολογικών κτηρίων, βιοκαύσιμα). Με λίγα λόγια αυτοί που ευθύνονται για όλα τα δεινά του πλανήτη, παρουσιάζονται τώρα σαν εγγυητές του μέλλοντος. ξεκαθάρισμα ανάμεσα στις διάφορες ομάδες της οικονομικής ελίτ, μαζική καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων και τεράστια αύξηση των πτωχεύσεων
Όπως και αν εξελιχθούν τα πράγματα ένα είναι βέβαιο, την κρίση θα προσπαθήσουν να τη φορτώσουν στις δικές μας πλάτες. Αύξηση της ανεργίας, ελαστικοποίηση της εργασίας κατάρρευση της κοινωνικής ασφάλισης, κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, ποινικοποίηση και παραδειγματική τιμωρία τόσο της συνδικαλιστικής δράσης όσο και των απεργιακών αγώνων.
Σ’ αυτό τον πόλεμο που μας έχουν κηρύξει τ’ αφεντικά χρησιμοποιούν όλα τα μέσα που διαθέτουν, από τους νόμους και τα δικαστήρια μέχρι τα ρόπαλα των ματ, το βιτριόλι, τις σφαίρες και τα μέσα παραπληροφόρησης (ΜΜΕ). Στιγμιότυπο αυτού του πολέμου, που δεν μπορούμε αλλά και δεν θέλουμε να ξεχάσουμε, είναι η επίθεση με βιτριόλι στην Κωνσταντίνα Κούνεβα.
Άξιους συμμάχους βρίσκουν και τους συνδικαλιστικούς φορείς που προσπαθούν να εκτονώσουν τους αγώνες με στείρα συντεχνιακά αιτήματα, διασπώντας την απαιτούμενη ταξική ενότητα, ξεπουλώντας τους αγώνες ακόμα και προς ίδιον όφελος. Αυτό που τους κάνει να εμφανίζονται σαν εξοργισμένοι είναι ότι γίνεται πλέον όλο και πιο φανερό το γεγονός ότι οι εκμεταλλευόμενοι πληρώνουν και θα συνεχίσουν να πληρώνουν τη χασούρα της χρηματοπιστωτικής κερδοσκοπίας. Μόνο μια δήθεν εξοργισμένη συνδικαλιστική ηγεσία μπορεί να προλάβει την πιθανότητα αυτόνομης έκφρασης της συσσωρευμένης οργής των εργαζομένων. Είναι χαρακτηριστική η στάση της ΓΣΕΕ τις μέρες της εξέγερσης του Δεκέμβρη, που υποκλινόμενοι μπροστά στην αστική νομιμότητα και υπακούοντας στις εντολές των αφεντικών τους, αποφάσισαν να μετατρέψουν την απεργιακή πορεία σε απλή συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο Σύνταγμα, αγνοώντας υποκριτικά το γεγονός ότι το κοινωνικό συμβόλαιο έχει γίνει στάχτη στους δρόμους της διάχυτης κοινωνικής ανταρσίας των ημερών.
Παραμερίζοντας όλους αυτούς, πρέπει οι εργαζόμενοι να πάρουμε τους αγώνες στα χέρια μας, να στηρίξουμε ότι μπλοκάρει την εκμετάλλευσή μας, να σηκώσουμε κεφάλι και να σπάσουμε τον τσαμπουκά των αφεντικών, να απαιτήσουμε επιθετικές απεργίες και όχι «τουφεκιές» στον αέρα. Οι δρόμοι των πόλεων που φλέγονταν το Δεκέμβρη, από χιλιάδες νεολαίους, εργαζόμενους, μετανάστες, που συγκρούονταν με μονάδες καταστολής και επιτίθονταν στους ναούς της κατανάλωσης, στους νόμιμους ληστές που βρίσκονται στις τράπεζες, στους νόμιμους δολοφόνους που βρίσκονται στα αστυνομικά τμήματα, μας δείχνουν το δρόμο και αποτελούν μια πολύτιμη παρακαταθήκη για τους αγώνες που έρχονται.
Όσο αναγκαία κι αν είναι η ασφάλιση, ο κατώτατος μισθός και τα υπόλοιπα εργατικά δικαιώματα που είτε έχουν κατακτηθεί με αγώνες είτε διεκδικούνται από τους εργαζόμενους, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι αν δεν συνοδεύονται από μία συνολική αμφισβήτηση και ρήξη με το σύστημα που παράγει και συντηρεί τις σχέσεις εκμετάλλευσης και καταπίεσης, οι κρίσεις θα επαναλαμβάνονται και εμείς θα πληρώνουμε τις συνέπειες τους.
Είναι βέβαιο ότι ο καπιταλισμός δεν καταρρέει από μόνος του, έχει σημασία ποιο δρόμο θα ακολουθήσουμε εμείς, ο εν δυνάμει νεκροθάφτης του συστήματος. Οι κοινωνικοί/ταξικοί αγώνες δεν πραγματώνονται μέσα από μηχανισμούς που είτε λειτουργούν σαν προέκταση της κρατικής μηχανής είτε γίνονται εύκολα υποχείριο στις ανάγκες της. Παρά μόνο με την άμεση δραστηριοποίηση του συνόλου των καταπιεσμένων και τη συμμετοχή σε αδιαμεσολάβητες και αντιιεραρχικές συλλογικές δράσεις τόσο στους χώρους δουλειάς όσο και στις γειτονιές μας ενάντια στ’ αφεντικά και το κράτος.