Ηλίθιοι δολοφόνοι, το κράτος θα σας πλήρωνε για το έργο σας!

* Για εκείνους που έβαλαν φωτιά σ’ ένα κτίριο, αδιαφορώντας για το αν θα πεθάνουν άνθρωποι μέσα σ’ αυτό.

Τετάρτη 5 Μαΐου, απόγευμα. Οι καρδιές μας ραγισμένες, κομμένες στα δυο.

Μία από τις μεγαλύτερες μεταπολιτευτικές διαδηλώσεις, 200.000 ανθρώπων, αποπειράται να εισβάλει στο κοινοβούλιο, τη στιγμή που μέσα σε αυτό κατοχυρώνονταν η παραπέρα οικονομική μας αφαίμαξη και η λεηλασία των ζωών μας. Χιλιάδες κόσμου επιτίθεται από διάφορα σημεία περιμετρικά της Βουλής στις διμοιρίες που βρίσκονται εκεί για να προστατέψουν τα αφεντικά τους. Το σύνθημα «να καεί, να καεί, το μπουρδέλο η Βουλή» δονεί επί ώρες την ατμόσφαιρα. Μαζί με το «πότε θα κάνει ξαστεριά». Οι συγκρούσεις αναπτύσσονται από τις αρχές της Συγγρού μέχρι την πλατεία Ομονοίας. Άπειρα χημικά, αλλά οι διαδηλωτές παραμένουν εκεί. Με ή χωρίς κουκούλες, με ή χωρίς αντιασφυξιογόνες μάσκες, με ή χωρίς πέτρες, με ή χωρίς μολότοφ. Πάντα όμως με αποφασιστικότητα και οργή.

Μέσα στην κάπνα των δακρυγόνων και τους πετροβολημένους δρόμους, αντηχεί το ίδιο εκκωφαντικά με τις εκατοντάδες κρότου λάμψης που έπεσαν εκείνη την μέρα: Τρεις εργαζόμενοι νεκροί μετά από εμπρησμό της τράπεζας Marfin στην οδό Σταδίου. Παγωμάρα, ο κόμπος στο λαιμό δεν επιτρέπει τους φθόγγους να πάρουν οποιαδήποτε εύηχη μορφή. Και όσο περνάει η ώρα ακούγεται όλο και πιο αδιανόητο το ότι ήταν εμφανές ότι υπήρχαν άνθρωποι μέσα στην τράπεζα. Όπως άνθρωποι υπήρχαν και στο απέναντι βιβλιοπωλείο, όπου έγινε απόπειρα εμπρησμού. Και στο σουπερ-μάρκετ λίγο πιο πίσω. Και τρελαίνεσαι…

Τρεις άνθρωποι νεκροί, και τα λόγια ακροβατούν στο απόλυτο κενό. Ή παίζουν κρυφτό γύρω από έναν αυτοαναφορικό καθησυχασμό, έναν εγωισμό. Δεν μπορεί κανείς να απενεχοποιηθεί  πίσω από το επιχείρημα ότι τα αφεντικά εξανάγκασαν  τους εργαζόμενους να παραμείνουν στη δουλειά ημέρα απεργίας. Δεν μπορεί κανείς να απενεχοποιηθεί πίσω από τα ελλιπή μέτρα πυρασφάλειας στο κτίριο, τα οποία καταγγέλλει το σωματείο των τραπεζοϋπαλλήλων. Έτσι κι αλλιώς, όλες και όλοι γνωρίζουμε ότι τα αφεντικά είναι αφεντικά και βγάζουν κέρδος, αντιμετωπίζοντας τους υπαλλήλους τους ως αναλώσιμο υλικό, το οποίο μπορούν να εκμεταλλεύονται, να ξεζουμίζουν ή ακόμη και να δολοφονούν. Αυτό που είναι εξοργιστικό τώρα είναι ότι δύο χέρια, αδιαφορώντας για το αν μέσα στο υποκατάστημα βρίσκονταν εργαζόμενοι, έβαλαν φωτιά. Δύο χέρια, που η λογική που τα κινούσε όχι μόνο διακρίνεται για την ηλιθιότητά της, αλλά και ευθύνεται για το κατασταλτικό σχέδιο το οποίο έθεσε σε εφαρμογή. Το ατομικό Εγώ επιτίθεται στο συλλογικό Εμείς. Αυτό το Εγώ, που διογκώθηκε μέσα από μηδενιστικές αντιλήψεις κι από ένα στρεβλό «αίσθημα δικαίου», που αποτελεί γέννημα και κομμάτι του ίδιου του καπιταλισμού, συναντήθηκε με την αποπολιτικοποίηση, το καμποσιλίκι, την τσογλανιά και την αδιαφορία και οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια σε πράξεις που στρέφονται συνολικά ενάντια στην κοινωνία και τις αντιστάσεις της. Και Εμείς, είμαστε σήμερα, φτωχότεροι.

Ακόμη κι αν το κίνημα άφησε, με τις πράξεις και τις παραλήψεις του, χώρο στις αντιλήψεις αυτές, φέρει τώρα την ευθύνη της συνολικής αντιμετώπισης και απομόνωσής τους.  Αλλά, η ευθύνη δεν τελειώνει εδώ. Συνεχίζει. Υπάρχει απέναντι στην κοινωνική συγκυρία, στην κρισιμότητα της κατάστασης, απέναντι στους ίδιους μας τους εαυτούς, σε ό,τι πρεσβεύουμε και προσπαθούμε να πραγματώσουμε και να δημιουργήσουμε.

Κράτος και αφεντικά άδραξαν την ευκαιρία, για να τελειώνουν με τον «εσωτερικό εχθρό», με το πρόταγμα της αντιεξουσίας. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ξετύλιξαν μία συμπυκνωμένη προπαγάνδα που και αυτή περίμενε τον καιρό της. Αυτή τη φορά μαζί με τα δακρύβρεχτα λόγια που ταιριάζουν στις περιστάσεις. Το ανθρώπινο αίμα πουλάει, ένας αρκετά καλός λόγος για να διακόψουν την απεργία τους εκείνο το μεσημέρι και να αρχίσουν να ασελγούν πάνω στα νεκρά σώματα. Και η πολιτική εξουσία δείχνει αμείλικτη. Με την ωμή βία των ένστολων συμμοριών που εισέβαλαν, ξυλοκόπησαν και προκάλεσαν σοβαρές υλικές ζημιές το απόγευμα της Τετάρτης στο Στέκι Μεταναστών στα Εξάρχεια. Και λίγο αργότερα το ίδιο σκηνικό μεταφέρεται σε κατάληψη αναρχικών στην οδό Ζαΐμη, στην ίδια γειτονιά. Εκκενώνεται δύο φορές και δύο ημέρες αργότερα σφραγίζεται. Με τις εισβολές σε καφενεία των Εξαρχείων και την προσαγωγή θαμώνων. Με τις προσαγωγές πριν την συγκέντρωση της Πέμπτης 6 Μαΐου, στην Βουλή, όταν ψηφίζονταν τα νέα οικονομικά μέτρα. Με τη συντονισμένη επίθεση των ΜΑΤ και τη διάλυση της ίδιας συγκέντρωσης όταν έπεσε το σκοτάδι. Κάπου εκεί, η ανοχή της δημοκρατίας στη Διαμαρτυρία είχε εξαντληθεί.

Δεν θα διεκδικήσουμε κανέναν συναισθηματικό χώρο στη σφαίρα του θεάματος. Εάν πονάμε ή τα μάτια μας δάκρυσαν, δεν θα το κατοχυρώσει στο δημόσιο λόγο καμία κάμερα, κανένας φωτογραφικός φακός, κανένα μικρόφωνο. Η ραγισμένη μας καρδιά, βουβή και σφυροκοπημένη από την ιδεολογική επίθεση των αφεντικών, θα συνεχίσει να βρίσκεται στις διαδηλώσεις, πίσω από τα πανό και τα οδοφράγματα, με μια πέτρα ή με την μαυροκόκκινη σημαία στο χέρι. Θα συνεχίσει να δοκιμάζεται στην καθημερινότητα, να σχεδιάζει το τέλος του καπιταλιστικού κόσμου, να αναζητεί μονοπάτια ελευθερίας.

Δεν θα κάνουμε ούτε βήμα πίσω. Σε αυτή την περίοδο, όπως έχουν τα πράγματα, απέναντι στην πιο ανελέητη επίθεση που έχει δεχτεί η κοινωνία από τη μεταπολίτευση και μετά, απέναντι στον ολοκληρωτισμό που προχωράει, που έχει ήδη προελάσει με γοργό βήμα και μπότες βαριές, συνεχίζουμε να στεκόμαστε ακλόνητοι κι ακλόνητες στις θέσεις μας: H μόνη λύση είναι η Εξέγερση. Το συλλογικό έδαφος που θα δημιουργήσουμε στο δρόμο, αυτά που μπορούμε να φτιάξουμε αν αυτοοργανώσουμε τις ανάγκες μας και τις επιθυμίες μας, οι εικόνες ενός μέλλοντος που υπάρχει ήδη ως πιθανότητα: Οι λαϊκές συνελεύσεις, τα κατειλημμένα δημόσια κτήρια, εργοστάσια, νοσοκομεία, οι λαϊκές κουζίνες, τα απαλλοτριωμένα σούπερ μάρκετ, τα οδοφράγματα που θα περιγράφουν τις απελευθερωμένες και συλλογικοποιημένες γειτονίες, ό,τι άλλο χρειαστεί να εφεύρουμε και να ανακαλύψουμε όλοι κι όλες μαζί, προχωρώντας. Κι αν αυτά δεν συμβούν, ο ολοκληρωτισμός και η εξαθλίωση είναι η άλλη δυνατότητα. Ας εξεγερθούμε λοιπόν. Ως μόνη λύση.

Παρέμβαση στις γειτονιές μας για τα νέα οικονομικά μέτρα.

Διαδήλωση με μηχανές και ποδήλατα πραγματοποιήθηκε νωρίτερα, σήμερα το πρωί στις γειτονιές των Πετραλώνων, του Κουκακίου και του Θησείου. Η πρωτοβουλία ήταν της κατάληψης του ΠΙΚΠΑ, πετάχτηκαν εκατοντάδες τρικάκια, κρεμάστηκαν πανό σε κεντρικά σημεία των γειτονιών και μοιράστηκαν κείμενα στους περαστικούς.

Κρίση σημαίνει λεηλασία!Παρέμβαση στο μετρό Συγγρού-Φιξ.

Μικροφωνική παρέμβαση πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Τρίτης στο μετρό Συγγρού-Φιξ, στο Κουκάκι. Αναρτήθηκε πανό (“κρίση σημαίνει λεηλασία, πόλεμο στον πόλεμο των αφεντικών”) και μοιράστηκαν προκηρύξεις για την οικονομική κρίση και την τρομοκρατία σε διερχόμενους και θαμώνες των γύρω μαγαζιών.

Η προκήρυξη που μοιράστηκε για την οικονομική κρίση (αποτέλεσμα μίας σειράς συλλογικών συζητήσεων που προηγήθηκαν με άλλους συντρόφους και συντρόφισσες):

Να σαμποτάρουμε την κοινωνική συναίνεση!

Η συνθήκη της οικονομικής κρίσης δεν είναι πρωτοφανής και λόγω της ίδιας της φύσης του καπιταλιστικού συστήματος, ούτε απρόβλεπτη. Έπειτα από μια σχετικά μακροχρόνια περίοδο οικονομικής «ανάπτυξης» και συσσώρευσης κερδών, το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα ( και μαζί μ’ αυτό και το ελληνικό) έχει εισέλθει σ’ έναν κύκλο ύφεσης και κρίσης. Μια κρίση που παίρνει σάρκα και οστά – τόσο εγχώρια όσο και παγκοσμίως- με τη συστηματική πίεση από την πλευρά της κυριαρχίας προς την κοινωνία και ειδικότερα προς τα χαμηλότερα και μεσαία κοινωνικά στρώματα έτσι ώστε να πειστούν ότι για να ξεπεραστεί αυτή η κρίση θα πρέπει να αποδεχτούν ακόμη πιο σκληρά μέτρα εκμετάλλευσης και οικονομικής αφαίμαξης τους.

Από τη δεκαετία του ’90 και με δεδομένη την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ κυριαρχίας, το ελληνικό κράτος και τα εγχώρια αφεντικά απέκτησαν έναν αναβαθμισμένο ρόλο στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Η «ανάπτυξη» και η επέκταση των ελληνικών επιχειρήσεων σε γειτονικές χώρες, το ιδεολόγημα του «εκσυγχρονισμού» και η διοργάνωση της ολυμπιάδας του 2004 ως απτής απόδειξης αυτού του αναβαθμισμένου ρόλου τους, αποτελούν μερικά από τα χαρακτηριστικότερα σημεία αυτής της περιόδου. Παράλληλα, η ελληνική κοινωνία αρχίζει να ανακαλύπτει μαζικά τον “παράδεισο” των δανείων και την πίστωση που τόσο απλόχερα και αβασάνιστα της προσέφεραν οι τράπεζες για να διευκολύνουν την κινητικότητα της αγοράς και να “ενισχύσουν” τις καταναλωτικές ανάγκες της. Δημιουργήθηκαν λοιπόν από το πουθενά χρήματα με τη μορφή καταναλωτικών δανείων, διακοποδάνειων, εορτοδάνειων κ.α  Ο καθένας και η καθεμία ανεξαρτήτως εισοδήματος και οικονομικού status μπορούσε να αποκτήσει ό,τι “επιθυμούσε”, με τη βοήθεια του πλαστικού χρήματος χωρίς να αντιλαμβάνεται καν ότι βάζει το χέρι στην τσέπη. Φτάνουμε λοιπόν στο σημείο όπου ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού  είναι χρεωμένο στις τράπεζες. Τα δάνεια σταματούν να χορηγούνται αφού η αποπληρωμή τους καθίσταται όλο και πιο δύσκολη και παρατηρείται το τέλος της ρευστότητας στην αγορά. Ο πληθυσμός οδηγείται από τον καταναλωτικό “παράδεισο” στην πιστωτική “κόλαση”.

Η καπιταλιστική μηχανή φαίνεται να είναι ανίκανη να προσφέρει στους εργαζόμενους την ευημερία που τους έχει υποσχεθεί. Η αξιοπιστία της καταρρέει με αποτέλεσμα να δημιουργείται έλλειψη εμπιστοσύνης και μια αδυναμία να διατηρήσει τη διαχείριση της εξουσίας. Έτσι βλέπει ν’ απειλείται η ίδια της η συνέχεια και ύπαρξη. Μεγάλα κοινωνικά κομμάτια αμφισβητούν πλέον ανοιχτά και δεν εμπιστεύονται τις δομές της κυριαρχίας, ξεκινώντας από τους ίδιους τους θεσμούς, τις αξίες και τις ιδεολογίες, αφού δεν προσφέρουν πια κανένα εχέγγυο. Είναι πια διάχυτη η ανασφάλεια της κοινωνίας καθώς ανακαλύπτει ότι οι μηχανισμοί που μέχρι σήμερα διαχειρίζονταν τις ζωές της, φαίνεται να καταρρέουν. Η στήριξη στους παραδοσιακούς μηχανισμούς διαμεσολάβησης ανάμεσα στα αφεντικά και την κοινωνία τείνει να αρθεί είτε από αδιαφορία είτε από τη συνείδηση ότι αυτά που εξυπηρετούν κάθε άλλο παρά στηρίζουν την ευημερία. Επίσης, οι μηχανισμοί χειραγώγησης φαίνονται ανίκανοι να αναχαιτίσουν το κύμα δυσφορίας που αναπτύσσεται στα μεσαία και χαμηλότερα κοινωνικά κομμάτια που πλέον φαίνονται να ανησυχούν σοβαρά για το τι τους επιφυλλάσει το μέλλον.

Το κλίμα φόβου και ανασφάλειας ενισχύεται και από τα μμε που υποβάλλουν κυριολεκτικά το αίτημα για συμβιβασμό και συναίνεση στους σχεδιασμούς του κράτους και των αφεντικών και στην καταστολή όσων αγωνίζονται. Σκοπός τους είναι, μέσα από το μονοπώλιο και τον καταιγισμό της προπαγάνδας που έχουν εξαπολύσει, να διασπάσουν όλους αυτούς που πλήττονται και να τους εμποδίσουν από το ν’ αυτοοργανωθούν και να αντιδράσουν. Ως πιστά φερέφωνα του κράτους και των αφεντικών, προσπαθούν να περάσουν την πεποίθηση ότι οι διαχειριστές της εξουσίας κάνουν ό,τι μπορούν για να σώσουν την κοινωνία αλλά ότι το έργο τους εμποδίζεται είτε από «αόρατους κερδοσκόπους» και «κακούς τραπεζίτες» είτε από τα αγωνιζόμενα κομμάτια της κοινωνίας, που πολλές φορές τους αποδίδεται ο ρόλος του εσωτερικού εχθρού.

Είναι φανερό ότι η επιταγή για κοινωνική συναίνεση είναι απαραίτητη για την επιβίωση της κυριαρχίας. Κοινωνική συναίνεση, λοιπόν, ζητείται σε διάφορα επίπεδα. Πρώτα από όλα, στο πεδίο της οικονομίας η επίθεση των κυρίαρχων είναι πρωτοφανής. Εργασιακά δικαιώματα και κατακτήσεις αιώνων καταστρατηγούνται, κόβονται συντάξεις, επιδόματα και μισθοί, προωθείται το μοντέλο του ενοικιαζόμενου εργαζόμενου, νομιμοποιούνται ακόμα και στο δημόσιο οι μαζικές απολύσεις, αυξάνονται τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, καταργούνται οι υπερωρίες, επιβάλλεται η συνθήκη του εργαζόμενου-λάστιχο με βάση τις ανάγκες των αφεντικών. Η κυριαρχία ξέρει ότι η κοινωνική συναίνεση στις δεδομένες συνθήκες δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί. Έτσι προσπαθεί να την αποσπάσει επικαλούμενη διάφορες «απειλές». Από τον εσωτερικό εχθρό, την “τρομοκρατία” και την εγκληματικότητα έως τον κίνδυνο μη διασφάλισης της εθνικής κυριαρχίας. Πατώντας πάνω στα εθνικά ιδεώδη των συντηρητικών κομματιών και με την πολιτική στήριξη των παγκόσμιων εταίρων της, φτάνει να χαρακτηρίσει εχθρούς της πατρίδας, όσους στηρίζουν τις απεργιακές κινητοποιήσεις και αντιστέκονται έμπρακτα στα σχέδια τους, προσπαθώντας να απαξιώσει κάθε οργάνωση από τα κάτω.

Παράλληλα, η καταστολή εφαρμόζεται ενάντια σε όσους μπαίνουν εμπόδιο στην επίτευξη αυτής της κοινωνικής συναίνεσης. Από τις διώξεις (κλήτευση για κατάθεση σε αγωνιστές για την περίπτωση του προπηλακισμού του προέδρου της γσεε από μεγάλο κομμάτι του κόσμου στο απεργιακό συλλαλητήριο της 5/03), τους ξυλοδαρμούς και τις προφυλακίσεις διαδηλωτών που συμμετέχουν δυναμικά σε απεργιακές κινητοποιήσεις (προφυλάκιση του Μάριου Ζέρβα στις 11/03 και αποφυλάκιση του στις 22/04)  και φανερά πλέον αποδοκιμάζουν τα πουλημένα συνδικάτα και τους εργατοπατέρες,  από τις «σκούπες» σε μετανάστες με σκοπό την εκκαθάρισή τους, από την πρωτοφανή αστυνόμευση και τα νέα σώματα ασφαλείας που συστήνονται. Η καταστολή είναι επίσης ένα μέσο παραδειγματισμού και εκφοβισμού για όσους σκέφτονται ν’ αυτοοργανωθούν και να αγωνιστούν.

Σε ότι αφορά τους μετανάστες – που αποτελούν το πιο υποτιμημένο κομμάτι των προλετάριων- το κράτος στη σοσιαλδημοκρατική εκδοχή του χρησιμοποιεί το -ούτως ή άλλως- ρατσιστικό νομοσχέδιο για την ιθαγένεια ως ένα καταπραϋντικό φάρμακο μέσα από το οποίο εκβιάζει την πειθάρχησή τους και νομιμοποιεί τη «μηδενική ανοχή» απέναντι στα «λαθραία» και ανυπότακτα κομμάτια τους. Παραδείγματα αγώνα όπως εκείνα των ασιατών εργατών γης στη Μανωλάδα Ηλείας, των αιγύπτιων αλιεργατών στη Μηχανιώνα Χαλικιδικής, των αφρικάνων μικροπωλητών στο κέντρο της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης και στιγμές εξέγερσης όπως εκείνες του Μαϊου του 2009 στην Αθήνα μ’ αφορμή το σκίσιμο κορανιού από μπάτσους ή όπως εκείνες του Αυγούστου του 2007 στη Θεσσαλονίκη μ’ αφορμή τη δολοφονία του μικροπωλητή Τόνι Όνουα κατά τη διάρκεια καταδίωξης του από μπάτσους, πρέπει να σβηστούν – με το καλό ή το άγριο- από το συλλογικό φαντασιακό όλων των μεταναστών και όλων των καταπιεσμένων.

Φαίνεται, λοιπόν, καθαρά πόσο πολυπόθητη είναι για την κυριαρχία η κοινωνική συναίνεση για την εφαρμογή των μέτρων που παίρνονται στο πεδίο της οικονομίας. Σκοπός της είναι να μετριαστούν οι συνέπειες της κρίσης για τα αφεντικά και να διατηρηθούν τα κέρδη τους (πετυχαίνοντας υψηλές φορολογήσεις των μεσαίων και χαμηλών στρωμάτων). Στον εργασιακό τομέα επιδιώκουν να δημιουργήσουν τις βάσεις για ακόμα πιο ευνοϊκές συνθήκες εκμετάλλευσης των εργαζομένων στο μέλλον.

Ο πόλεμος που έχει κηρύξει η κυριαρχία στην κοινωνία με βασικό της εργαλείο το δόγμα του «διαίρει και βασίλευε», έχει οδηγήσει κάποια κοινωνικά κομμάτια να ασπάζονται τις κυρίαρχες αξίες καθώς φαίνεται να καταφεύγουν στην εξατομίκευση, προσπαθώντας να διασώσουν και τα λίγα που θεωρούν ότι τους έχουν απομείνει. Μέσα στο χώρο της δουλειάς  είναι έτοιμοι να συμβιβαστούν, να υιοθετήσουν την αντίληψη «ο θάνατός σου, η ζωή μου», να προδώσουν κάθε εργατικό και κοινωνικό κεκτημένο, με αντάλλαγμα τη δική τους «ανάσταση». Αυτό οδηγεί στη συντηριτικοποίηση αυτών των κομματιών αφού αδυνατούν να αντιληφθούν πως ακόμα και αν τη γλιτώσουν σήμερα, καθίστανται ευάλωτοι στο προσεχές μέλλον. Ένα μικρό κομμάτι από αυτούς που συντηριτικοποιούνται,  μη θέλοντας να δεχτούν ότι τα δεινά τους προέρχονται από τις κυρίαρχες δομές, υιοθετεί ακραίες αντιλήψεις, ξενοφοβικού, ρατσιστικού και πατριωτικού-εθνικιστικού περιεχομένου και βλέπει τον εχθρό δίπλα του, ανάμεσα στα πιο εξαθλιωμένα κομμάτια της κοινωνίας.

Υπάρχουν όμως και κοινωνικά κομμάτια που αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι το παιχνίδι που παίζεται εις βάρος τους είναι στημένο και δε πέφτουν στην παγίδα της εξατομίκευσης αλλά αναζητούν νέους τρόπους οργάνωσης για να αντισταθούν στην επίθεση που δέχονται. Αρνούνται να δεχτούν διαμεσολαβητές στη ζωή τους και από τη βάση τους δημιουργούν εστίες αγώνα είτε σε τοπικό επίπεδο είτε σε επίπεδο μαζικών διεκδικήσεων, επιδιώκοντας παράλληλα να παρέμβουν με τρόπους αντιπληροφόρησης και δράσης που δε διαβρώνονται και δε παραποιούνται από τα καθεστωτικά μέσα. Έννοιες όπως αυτές της αυτοοργάνωσης, της αλληλεγγύης και της σύγκρουσης ακούγονται όλο και περισσότερο από τα κομμάτια εκείνα που δεν τρώνε το παραμύθι της κοινωνικής συναίνεσης. Αντιλαμβάνονται ότι ο εχθρός δεν είναι ανάμεσα στα εξαθλιωμένα κοινωνικά κομμάτια αλλά μέσα στα υπουργεία, στα οικονομικά επιτελεία, στις τράπεζες και τα θωρακισμένα αυτοκίνητα, στα εκκλησιαστικά και δικαστικά μέγαρα και ανάμεσα στα παπαγαλάκια των μμε, στους ξεπουλημένους εργατοπατέρες και σε όλους όσοι τους στηρίζουν και τους ενισχύουν.

Η κοινωνική και ταξική εξέγερση του Δεκέμβρη του ’08 – που έφερε στην επιφάνεια τη συσσωρευμένη οργή μεγάλων κοινωνικών κομματιών-  τρόμαξε τόσο την κυριαρχία όσο και το αντιδραστικό κομμάτι της κοινωνίας. Μετά το Δεκέμβρη όλος ο ακροδεξιός, ρατσιστικός και εθνικόφρονας συρφετός στοχοποιεί και καταδεικνύει κυρίως τους ασιάτες και αφρικανούς μετανάστες αλλά και τα ριζοσπαστικά κοινωνικά κομμάτια που αγωνίζονται ως υπαίτιους για τα δεινά της οικονομίας και την κατάρρευση των παραδοσιακών αξιών, αποδίδοντάς τους το χαρακτηρισμό του εσωτερικού εχθρού. Κατά αυτό τον τρόπο, προσπαθούν να αποπροσανατολίσουν την κοινωνία από τους κύριους υπαίτιους των προβλημάτων και πουλούν την συναίνεσή τους με αντάλλαγμα την εκπλήρωση των δικών τους επιδιώξεων.

Δεν είναι τυχαίο που η επίθεση των αφεντικών στους εργαζόμενους ξεκίνησε από τον εύκολο στόχο των δημόσιων υπαλλήλων, ενός πεδίου που χαρακτηρίζεται από έντονο συντεχνιακό πνεύμα θεωρώντας ότι θα εξασφαλίσουν πιο εύκολα τη συναίνεση από την υπόλοιπη κοινωνία. Προσπαθούν να κατακερματίσουν τις διεκδικήσεις εμποδίζοντας έναν ενιαίο χαρακτήρα που θα μπορούσαν να πάρουν και διαχωρίζουν τους εργαζόμενους σε προνομιούχους (δημόσιος τομέας) και σε αυτούς που φαινομενικά δε θα θιχτούν (ιδιωτικός), προαναγγέλλοντας έτσι μια εξίσωση του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα στον οποίο έτσι και αλλιώς τα εργασιακά δικαιώματα καταστρατηγούνται εδώ και δεκαετίες.

Μέσα σ’ αυτή τη συνθήκη του κοινωνικού-ταξικού πολέμου προτάσσουμε τις αξίες της αυτοοργάνωσης, της αντίστασης και της αλληλεγγύης. Δεν επιτρέπουμε σε κανέναν εργατοπατέρα να αποφασίζει το ξεπούλημα μας στ’ αφεντικά και παίρνουμε τις τύχες των αγώνων μας στα δικά μας χέρια. Δε συμβιβαζόμαστε με τη λογική του «μικρότερου κακού» και συγκρουόμαστε με το κράτος, τα αφεντικά, τους πραίτορες και τα παπαγαλάκια τους. Βρισκόμαστε συνειδητά απέναντι και ενάντια στο νέο «εθνικό κορμό» γιατί γνωρίζουμε ότι οι καταπιεσμένοι και οι εκμεταλλευόμενοι δεν έχουν πατρίδα αλλά κοινά συμφέροντα και επιδιώξεις. Στεκόμαστε αλληλέγγυοι με τα κοινωνικά κομμάτια που δε σκύβουν το κεφάλι και δε μοιρολατρούν αλλά επιλέγουν το δρόμο της αξιοπρέπειας και της συλλογικοποίησης του αγώνα.

Αγωνιζόμαστε ενάντια στο κράτος και τον καπιταλισμό για έναν κόσμο χωρίς αφέντες και δούλους, χωρίς καταπιεστές και καταπιεσμένους και χωρίς εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους.

Η κρίση τους να γίνει ο τάφος τους!

Αντίσταση-αυτοοργάνωση-κοινωνική/ταξική αλληλεγγύη

Απεργία 5 Μάη. Όλοι στους δρόμους!

Μικροφωνική παρέμβαση πρωτοβουλίας κατοίκων ενάντια στην τρομοϋστερία

Μικροφωνική παρέμβαση στον ηλεκτρικό σταθμό των Πετραλώνων πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Πέμπτης ύστερα από κάλεσμα της «πρωτοβουλίας κατοίκων Πετραλώνων ενάντια στην τρομοϋστερία». Αναρτήθηκαν δύο πανό («ενάντια στην τρομοϋστερία, προτάσσουμε την αλληλεγγύη», «τρομοκράτες δεν είναι οι αγωνιστές, είναι το κράτος, το Δ.Ν.Τ. και οι καπιταλιστές»), ενώ μοιράστηκαν 1.300 περίπου κείμενα.

Το κείμενο το οποίο μοιράστηκε από την πρωτοβουλία των κατοίκων:

ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ, ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΚΡΑΤΗ, ΤΟ Δ.Ν.Τ. ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΕΣ

Ζούμε λοιπόν εν τω μέσω της οικονομικής κρίσης. Περιμένοντας το ΔΝΤ. Λίγες μέρες πριν μας ανακοινώσουν τα ΜΜΕ ότι το «ΔΝΤ έρχεται», φέρνοντας μαζί του τα όσα ζοφερά φοβόμασταν, μας είπαν και ένα «καλό νέο»: «η τρομοκρατία επιτέλους εξαρθρώθηκε». Παρακολουθώντας τα όσα λέγονται στις τηλεοράσεις όλες αυτές τις μέρες, αισθανόμαστε την ανάγκη να πούμε ορισμένα απλά πράματα.

Τις συνέπειες της κρίσης τις ζούμε ήδη. Τα μέτρα που πάρθηκαν και αυτά που εξαγγέλλονται  συνιστούν μια ολομέτωπη επίθεση ενάντια στην κοινωνία. Οι μισθοί μειώθηκαν ουσιαστικά κατά ένα τρίτο, οι συντάξεις στο μισό, όταν και αν τις πάρουμε, οι άνεργοι προβλέπεται να φτάσουν το 1.500.000 τους επόμενους μήνες. Η επίθεση αυτή εκπορεύεται από τους ίδιους λίγους, που και πριν την κρίση ζούσαν και πλούτιζαν με όσα άλλοι παρήγαγαν: βουλευτές, μεγαλο- εκδότες/τραπεζίτες/χρηματιστές/εργολάβοι/καναλάρχες/εφοπλιστές. Αυτοί είναι που θα έπρεπε να φοβόμαστε.

Οι κυβερνήσεις και τα διάφορα φόρουμ της ευρωπαϊκής ένωσης προβλέπουν ότι «σε συνθήκες κρίσης, τα κομμάτια της κοινωνίας που θα εξαθλιωθούν, που θα χάσουν όσα είχαν ως τώρα, είναι πολύ πιθανό» να απεργήσουν, να βγουν στους δρόμους, να συγκρουστούν με τα ΜΑΤ, να μπουν στα super market και να πάρουν όσα δεν έχουν πια τα λεφτά να αγοράσουν, «να εξεγερθούν».  Αυτό είναι αυτό που φοβούνται και θα προσπαθήσουν να διαχειριστούν με κάθε τρόπο.

Αρχικά με την προπαγάνδα που εξαπολύουν τα ΜΜΕ: «ορίστε», λένε, «πιάσαμε τους τρομοκράτες, που ως γνωστό είναι οι κακοί, άρα εμείς είμαστε καλοί, παράγουμε έργο, και όλα αυτά που κάναμε για την κρίση για το καλό σας τα κάναμε, και τώρα που θα έρθει και το ΔΝΤ και αυτό για το καλό σας είναι. Άρα καθίστε σπίτια σας, όλα πάνε καλά, μη βγείτε σε τίποτα απεργίες και αναταραχές, γιατί είδατε που οδηγεί το να μπλέκεσαι με τα πολιτικά και όλους αυτούς τους αναρχικούς, αριστερούς, τρομοκράτες». Αυτό που προσπαθούν είναι να δείξουνε ότι η κυβέρνηση, η αστυνομία παράγουν έργο. Άρα, η παρουσία τους είναι δικαιολογημένη. Και η παρουσία της αστυνομίας (που είναι οι μόνοι που δεν τους κόψανε τα επιδόματα, παρεμπιπτόντως) σε κάθε γωνία της Αθήνας (ΔΕΛΤΑ, ΔΙΑΣ, ΜΑΤ, πεζές περιπολίες κ.λπ. κ.λπ.) πρέπει να είναι δικαιολογημένη και αποδεκτή: Γιατί, αν δεν πιάσει η ρητορική της συναίνεσης και βγει εντέλει ο κόσμος στο δρόμο να πει και να διεκδικήσει τα αυτονόητα, θα πιάσει δουλειά η αστυνομία.

Ταυτόχρονα στοχοποιούν και ποινικοποιούν συλλήβδην, αγωνιστές, πολιτικούς χώρους, στάσεις και θεωρήσεις, στοχοποιούν το κοινωνικό κίνημα εν γένει. Για να καταστείλουν σε πρώτο βαθμό, όσους/ες έχουν ήδη κοινωνική δράση ως στάση ζωής. Για να φοβίσουν, σε δεύτερο βαθμό, όσους/ες σκέφτονται να κατεβούν μεθαύριο σε μια πορεία, σε μια απεργία, να βρεθούν στο δρόμο με άλλους που αρνούνται να δεχτούν ότι «έτσι είναι τα πράματα, πρέπει να κάνουμε θυσίες», που αρνούνται να αποφασίζουν άλλοι για αυτές/ους, που θέλουν να βρουν το χώρο να εκφράσουν τις αρνήσεις τους  σε συλλογικό έδαφος.

Ως μια πρωτοβουλία κατοίκων από τα Πετράλωνα, είμαστε καταρχήν αλληλέγγυοι/ες σε όσους αγωνιστές/στριες διώκονται φυλακίζονται και στοχοποιούνται για τη κοινωνική δράση τους, ανεξάρτητα από τα μέσα που επιλέγουν στον αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση.  Νοιώθουμε και είμαστε κομμάτι του κοινωνικού κινήματος και θα σταθούμε δίπλα τους με όποιο τρόπο χρειαστεί.

ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΡΟΜΟΫΣΤΕΡΙΑ,

ΠΡΟΤΑΣΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΛΛΛΗΛΕΓΓΥΗ


Εκδήλωση για την οικονομική κρίση και τις κοινωνικές αντιδράσεις.

Σήμερα παρατηρούμε να πληθαίνουν τα κοινωνικά κομμάτια που εκτοπίζονται και αποκλείονται κοινωνικά και κατά συνέπεια έρχονται αντιμέτωπα με το αληθινό πρόσωπο της δημοκρατίας, η οποία δεν έχει πλέον να τους υποσχεθεί τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από τα χειρότερα. Έτσι δημιουργείται μια εκρηκτική κοινωνική κατάσταση, η οποία δεν έχει προδιαγεγραμμένη πορεία, και είναι λάθος να κινείται κανείς με βάση βεβαιότητες για το μέλλον, καθώς η ιστορία έχει αποδείξει ότι δεν είναι γραμμική και ότι ο πολιτικός  χρόνος έχει τους δικούς του ρυθμούς. Ζούμε, λοιπόν σε ένα κοινωνικό πεδίο το οποίο το χαρακτηρίζει από όλες τις απόψεις η αβεβαιότητα. Τίποτα δεν έχει κριθεί και σίγουρα η ιστορία δεν έχει τελειώσει. Αυτό που έχει τελειώσει είναι η ελπίδα ότι ο  καπιταλιστικός κόσμος, που δεν έχει πλέον τίποτα άλλο να προσφέρει και να υποσχεθεί πέρα από μιζέρια, θάνατο, καταπίεση, εξαθλίωση, εκμετάλλευση και καταστροφή, μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει και να κινείται όπως είναι. Αν, λοιπόν, δεν προσπαθήσουμε να ανατρέψουμε την πραγματικότητα και να φτιάξουμε ένα κόσμο καλύτερο και ανθρώπινο, θα μας καταστρέψουν οι κυρίαρχοι, που λυμαίνονται τόσους αιώνες τις ζωές μας και τον πλανήτη. Απέναντι λοιπόν στην ολομέτωπη επίθεση του κράτους και του κεφαλαίου στην κοινωνία, δεν έχουμε να υποσχεθούμε τίποτε άλλο πέρα από την όξυνση του κοινωνικού και ταξικού πολέμου, μέσα από αυτοοργανωμένους αγώνες, με όπλο την αλληλεγγύη μεταξύ των καταπιεσμένων και των εκμεταλλευομένων.

Εκδήλωση για την οικονομική κρίση και τις κοινωνικές αντιδράσεις, λοιπόν, στο χώρο του στεκιού την Παρασκευή 23 Απριλίου, στις 7 το απόγευμα. Θα προηγηθεί ένα πολύ ενδιαφέρον βιντεάκι animation (διάρκειας 45 λεπτών) το οποίο περιγράφει τον καπιταλιστικό κόσμο με τρόπο γλαφυρό. Όσο γλαφυρός είναι και ο τίτλος του: “Money as debt” (“Το χρήμα ως χρέος”).

Ραντεβού το απόγευμα της Παρασκευής, Αριστοβούλου και Πυλάδου…

Παγκόσμια οικονομική κρίση, το ελληνικό Βατερλό και η επιταγή της συναίνεσης.

Αναδημοσίευση από το 3ο φύλλο της εφημερίδας μας.

Μια λέξη μονοπωλεί εδώ και ένα χρόνο τις συζητήσεις, από τα καφενεία και τα τηλεοπτικά πάνελ μέχρι της λέσχες των θινκ τανκ και τα συμβούλια των ισχυρών αυτού του κόσμου. ΚΡΙΣΗ, αποτέλεσμα της κατάρρευσης  ενός μέρους του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος όπως παρουσιάζεται. Η κρίση όμως δεν είναι κάτι καινούργιο για τον καπιταλισμό. Ο αντιφατικός χαρακτήρας του καπιταλιστικού συστήματος είναι αυτός που οδήγησε σε αυτή αλλά και σε όλες τις άλλες, μικρές ή μεγάλες, ιστορικά. Στην ουσία η κρίση είναι  η υπερσυσσώρευση κεφαλαίων και η αδυναμία κινητικότητάς τους, γεγονός που μεταφράζεται σε πάγωμα των αγορών και, επί της ουσίας, σε κρίση της αναπαραγωγής των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων (με τον όρο καπιταλιστικές σχέσεις εννοούμε τις σχέσεις που διαμορφώνονται και εξαρτώνται από το καπιταλιστικό σύστημα, όπως σχέση εργάτη – αφεντικού, παραγωγού – καταναλωτή). Μέχρι στιγμής, το σύστημα έχει καταφέρει να βγει λίγο-πολύ αλώβητο από τις κατά καιρούς ρηγματώσεις του, και αυτό όχι βέβαια αναίμακτα, είτε μέσω πολέμων (κατά κύριο λόγο) είτε μέσω της εξάπλωσης των αγορών, με τη λεηλασία των πλουτοπαραγωγικών πηγών της καπιταλιστικής περιφέρειας.

Ανεξάρτητα όμως με τη φύση και τις αιτίες της κρίσης, αυτή δεν αποτελεί τίποτε άλλο από το όχημα στα χέρια κράτους και κεφαλαίου για την όξυνση της επίθεσης στις κοινωνίες. Μια σειρά μέτρων που παρουσιάζονται σαν σχέδιο εξόδου από αυτήν, αφορούν τη διάσωση των κερδών και συνάμα την αύξηση του πλούτου των μεγάλων αφεντικών του πλανήτη. Έτσι, εντείνεται η αφαίμαξη των εργαζομένων μέσω της εντατικοποίησης και της διεύρυνσης του μοντέλου επισφαλούς εργασίας, με μειώσεις μισθών, μαζικές απολύσεις και κλεισίματα επιχειρήσεων και εργοστασίων, αποδόμηση των υπολειμμάτων του κοινωνικού κράτους και των κεκτημένων των εργαζομένων.

Εκτός της πολυσυζητημένης οικονομικής κρίσης, η κυριαρχία καλείται να αντιμετωπίσει μια συνολικότερη κρίση στο εσωτερικό της καπιταλιστικής μηχανής. Μεγάλα κοινωνικά κομμάτια στέκονται πλέον από αδιάφορα έως κριτικά, ακόμη και εχθρικά απέναντι σε θεσμούς, άξιες και ιδεολογήματα που αποτέλεσαν κατά καιρούς στηρίγματα του καθεστώτος.

Ιστορικά, στον αντίποδα των οικονομικών κρίσεων και γενικότερα των περιόδων ανέχειας, διευρυμένης καταπίεσης και εκμετάλλευσης το σύστημα έβρισκε τις απαντήσεις του μέσω νέων ή παλιών ιδεολογημάτων (εθνική ακεραιότητα, εσωτερική ασφάλεια, εθνική ανάπτυξη, εθνικό όραμα…) και μέσω της ενίσχυσης της πίστης των υπηκόων του σε θεσμούς όπως η δικαιοσύνη, η θρησκεία, η πατρίδα, η οικογένεια, το κράτος, κτλ. αλλά και μέσα από πολιτικές οι οποίες στήριζαν την αύξηση της κρατικής παρεμβατικότητας, προτάσσοντας το κοινωνικό κράτος και υποσχόμενες καλύτερες συνθήκες διαβίωσης.

Μέσα στη δίνη της παγκόσμιας κρίσης,  η ελληνική οικονομία τραβάει και αυτή τα δικά της ζόρια. «Είμαστε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας», μας λένε, «αν δεν αφανίσουμε το δημόσιο χρέος θα μας αφανίσει αυτό», προσθέτουν, και καταλήγουν ότι όλοι μαζί πρέπει να συστρατευθούμε και να κάνουμε θυσίες μπροστά στην νέα Μεγάλη Ιδέα, αυτή της διάσωσης της εθνικής Οικονομίας. Οι θυσίες που επικαλούνται οι ντόπιοι κυρίαρχοι δεν απέχουν διόλου από τα μέτρα που παίρνονται παγκοσμίως. Προσφάτως, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε στο πλαίσιο του προγράμματος σταθερότητας μεταξύ άλλων το πάγωμα των μισθών των δημοσιών υπαλλήλων, τη μείωση των επιδομάτων κατά 10% και την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, όπως επίσης και την αύξηση των έμμεσων φόρων  Εξαθλίωση, ανασφάλεια, ανέχεια και αλλά πολλά είναι τα συμπαραμαρτούντα των θυσιών που «πρέπει» να κάνουμε. Αλλά ποιοι είναι αυτοί και ποιοι εμείς που καλούμαστε να θυσιαστούμε στο βωμό του νέου εθνικού συμφέροντος; Από τι μια το κράτος και τα μεγάλα αφεντικά (τραπεζίτες, βιομήχανοι, εφοπλιστές και λοιποί), αυτοί δηλαδή που δημιουργούν την κρίση, και από την άλλη όλοι εμείς, άνεργοι, εργαζόμενοι, προλετάριοι ντόπιοι και ξένοι, νεολαίοι, κοινωνικά αποκλεισμένοι και καταπιεσμένοι που βιώνουμε καθημερινά την άκρατη συνθήκη καταπίεσης και εκμετάλλευσης από αυτούς, στην δουλειά αλλά και σε κάθε πτυχή της ζωής μας, και καλούμαστε να πληρώσουμε τις δικές τους επιλογές. Οι υπεύθυνοι αυτού του συστήματος, οι λεηλατήτες της γης και των ζωών μας  καλούν να «αγωνιστούμε» μαζί, στο όνομα μιας ψευδεπίγραφης κοινής εθνικής ταυτότητας, για να υπηρετήσουμε για ακόμα μια φορά τα συμφέροντά τους, δηλαδή τη διαιώνιση του πλούτου και της κυριαρχίας τους.

Το σημερινό αδιέξοδο βασίζεται στην αδυναμία του συστήματος από τη μια να βρει στηρίγματα σε θεσμούς και άξιες και από την άλλη να αποπροσανατολίσει την κοινωνία μέσω εναλλακτικών σχεδιασμών για τη σωτηρία της ανθρωπότητας και του πλανήτη. Τα στηρίγματα του παρελθόντος φαντάζουν πλέον περισσότερο σαθρά από ποτέ στα μάτια μιας κοινωνίας, η οποία μέσα στη δίνη της γενικότερης κατάρρευσης των σταθερών της και της εντεινόμενης ανασφάλειας σε όλα τα επίπεδα παλινδρομεί ανάμεσα στη ριζοσπαστικοποίηση και την συντηρητικοποίηση, τους φόβους που προκύπτουν από την αποτίναξη των αλυσίδων της και την αναγκαιότητα για το καινούργιο.

Το ελληνικό κράτος δεν είναι απ’ έξω από αυτό το παιχνίδι. Η δεινή θέση της υπό κατάρρευση οικονομίας, οι επερχόμενες αντιδράσεις στα νέα μέτρα, τα οποία οδηγούν σε όξυνση της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης, η φτώχεια και η εξαθλίωση, η έξαρση των φαινόμενων παραβατικότητας μέσα σε περιβάλλον συνεχώς εντεινόμενης οικονομικής ανέχειας και πάνω απ’ όλα η εξέγερση του Δεκέμβρη, η οποία κατέδειξε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι τα πάντα μπορούν να αλλάξουν και ότι το όραμα μιας άλλης κοινωνίας δεν είναι ουτοπία -αντιθέτως ουτοπία είναι να πιστεύει κανείς ότι ο κόσμος του καπιταλισμού μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει- ρίχνουν βαριά τη σκιά τους πάνω στο καθεστώς της Δημοκρατίας. Το ίδιο το καθεστώς,από τη μεριά του, προσπαθεί ανεπιτυχώς να μας πείσει ότι αποτελεί τη μοναδική λύση, λαμβάνοντας όλο και περισσότερο διαστάσεις ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος. Η προηγούμενη κυβέρνηση δεν κατάφερε να ανταπεξέλθει στις παραπάνω προκλήσεις και, λειτουργώντας σε ένα συντηρητικό πλαίσιο, το μόνο που πέτυχε ήταν να οξύνει τους διαχωρισμούς και να ρίχνει συνεχώς λάδι στις φωτιές της κοινωνικής ανυπακοής.

Η αλλαγή της πολιτικής διαχείρισης το περασμένο Φθινόπωρο δεν σήμανε -και δεν θα μπορούσε να σημάνει- και την αλλαγή του τρόπου επίλυσης των προβλημάτων, καθώς τα διάφορα κόμματα δεν αποτελούν τίποτε άλλο από πολιτικούς διαχειριστές ενός συστήματος, που πρωταρχικό σκοπό έχει την αύξηση των κερδών του κεφαλαίου και την διαιώνιση της εξουσίας του. Η αλλαγή φρουράς έφερε απλώς και την αλλαγή στη ρητορεία που συνοδεύει τους τρόπους επιβολής των σχεδιασμών του κράτους, σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Η σοσιαλδημοκρατία ήρθε για να διαχειριστεί τις αναταράξεις στην κοινωνία, με βασικό της όπλο την προπαγάνδα, η οποία παρουσιάζει από την μια ένα ανθρωπιστικό και προοδευτικό προσωπείο και από την άλλη χτυπάει, λοιδορεί και προσπαθεί να καταστείλει με κάθε μέσο ό,τι αντιστέκεται στα σχέδια της. Το βασικό τους εργαλείο είναι η γνωστή λαϊκή ρήση «μαστίγιο και καρότο», δηλαδή η με κάθε τρόπο επιβολή της συναίνεσης, έστω και φαινομενικά. Έτσι λοιπόν, καταλαβαίνουμε ότι η καταστολή και η προπαγάνδα, η οποία προσπαθεί να μας πείσει ότι η πραγματικότητα είναι αυτή των δελτίων ειδήσεων, αποτελούν τα τελευταία στηρίγματα ενός καθεστώτος που δεν έχει πλέον τίποτα άλλο να προσφέρει και να υποσχεθεί πέρα από μιζέρια, θάνατο, καταπίεση, εξαθλίωση, εκμετάλλευση και καταστροφή.

Απέναντι λοιπόν στην ολομέτωπη επίθεση του κράτους και του κεφαλαίου στην κοινωνία, δεν έχουμε να υποσχεθούμε τίποτε άλλο πέρα από την όξυνση του κοινωνικού και ταξικού πολέμου, μέσα από αυτοοργανωμένους αγώνες, με όπλο την αλληλεγγύη μεταξύ των καταπιεσμένων και των εκμεταλλευόμενων.

ΑΠΕΡΓΙΕΣ – ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ – ΜΠΛΟΚΑ – ΔΙΑΔΗΛΩΣΕΙΣ – ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΙΣ

ΑΥΤΟΟΡΓΑΝΩΣΗ – ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ – ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ


Κυκλοφορεί το έκτακτο, 3ο φύλλο, της εφημερίδας του στεκιού

Εδώ και κάποιες ημέρες μοιράζεται σε καφενεία και πλατείες, χέρι με χέρι και πόρτα με πόρτα, το έκτακτο τρίτο φύλλο της εφημερίδας του στεκιού.

Το περιεχόμενό της ορίζεται από τις θεματικές «Παγκόσμια οικονομική κρίση, το ελληνικό βατερλό και η επιταγή της συναίνεσης» και «Η “αντεγκληματική πολιτική” και η κατασκευή της συναίνεσης ή το μαγικό ραβδί της δημοκρατίας».

Η εφημερίδα τυπώθηκε σε 4.000 αντίτυπα και διανέμεται χωρίς αντίτιμο. Θα τη βρείτε στο χώρο του στεκιού (ανοιχτός κάθε Τετάρτη 6-8 μ.μ. και Σάββατο 6-9 μ.μ.), στην κατάληψη του ΠΙΚΠΑ, στα Άνω Πετράλωνα (ανοιχτή κάθε Δευτέρα 7-9 μ.μ. και Παρασκευή 8-10 μ.μ.), καθώς και σε άλλους αυτοοργανωμένους χώρους στην Αθήνα, σε στέκια και σε καταλήψεις.

Μπορείτε, επίσης, να την κατεβάσετε σε ηλεκτρονική μορφή από την ενότητα του ιστότοπου «εφημερίδα».

Εκδήλωση για τη θεσμική/οικονομική κρίση, τις παρακαταθήκες του Δεκέμβρη, την καταστολή και την αφομοίωση

Για σήμερα το απόγευμα, στις 7 μ.μ., είναι προγραμματισμένη στο χώρο του στεκιού μας εκδήλωση με θέμα “οικονομική/θεσμική κρίση, παρακαταθήκες του Δεκέμβρη, αφομοίωση και καταστολή”.

Παρακάτω παραθέτουμε την εισήγηση της εκδήλωσης:

Οικονομική/θεσμική κρίση

Τους τελευταίους μήνες μία λέξη μονοπωλεί τα δελτία ειδήσεων, τις εκπομπές, τις εφημερίδες, τα στόματα όλων των ειδικών κάθε είδους, από τους οικονομολόγους μέχρι τους κοινωνιολόγους, από τους «ευαισθητοποιημένους πολίτες» μέχρι τον πρόεδρο του ΣΕΒ. ΚΡΙΣΗ. Κρίση στην οικονομία, κρίση στην κοινωνία, κρίση, κρίση, κρίση.

Τι σημαίνει λοιπόν κρίση και σε ποιο σημείο μας αγγίζει πέρα από την εισβολή του κάθε δημοσιογράφου στο σαλόνι μας; Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια υπερπληθώρα δανείων και υπερκατανάλωσης. Χωρίς τα δάνεια ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού δεν θα μπορούσε να αγοράσει ούτε τα πιο βασικά είδη διατροφής. Κατ’ επέκταση η παραγωγή θα έμενε στα ράφια και επομένως τα αφεντικά δεν θα μπορούσαν να εισπράξουν την υπεραξία που αποσπάνε από τους εργαζόμενους-εκμεταλλευόμενους μέσω της μισθωτής σκλαβιάς. Πρόκειται για απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας.

Σε αυτό το σημείο έρχονται τα δάνεια (τα οποία αποτελούν ψεύτικο χρήμα το οποίο δημιουργούν οι τράπεζες, μέσω πιστώσεων και υποσχέσεων), για να δώσουν λύση στο αδιέξοδο του καπιταλισμού. Η υπερπαραγωγή ψεύτικου (πλαστικού όπως ονομάζεται εξαιτίας του υλικού που είναι φτιαγμένες οι πιστωτικές κάρτες) χρήματος, το οποίο δεν έχει αντίκρισμα ή το αντίκρισμα (οι εγγυήσεις π.χ. ένα ακίνητο) έχει χάσει την αξία του, μαζί με την αδυναμία αποπληρωμής των δανείων δημιουργεί την κρίση στο χρηματοοικονομικό σύστημα. Έτσι λοιπόν σήμερα το τραπεζικό και άρα το χρηματοοικονομικό σύστημα φτάνει σε αδιέξοδο, δηλαδή σε κρίση. Κρίση, λοιπόν, θα μπορούσαμε να πούμε ένα αδιέξοδο του καπιταλισμού.

Έτσι λοιπόν, απλά θα μπορούσαμε να πούμε, τα αγαθά ακριβαίνουν, οι μισθοί παραμένουν σταθεροί (άρα μικραίνει η αξία των μισθών καθώς μικραίνει η αγοραστική τους δύναμη), η διάθεση των δανείων συναντά τα όριά της, καθώς οι δανειολήπτες δεν τα αποπληρώνουν, άρα οι στρόφιγγες του ψεύτικου χρήματος, με το οποίο κινείται αποκλειστικά η αγορά τα τελευταία χρόνια, κλείνουν ή στενεύουν πάρα πολύ. Άρα τι έχουμε; Οικονομική κρίση η οποία οφείλεται στον δομικό λίθο του καπιταλισμού, δηλαδή τη μόνιμη επιδίωξη για κέρδος.

Κρίση είναι και θα περάσει, θα έλεγε κάποιος με βάση τα ιστορικά δεδομένα. Κι όπως παλιότερα, έτσι και σήμερα ο καπιταλισμός προσπαθεί να μετακυλήσει το κόστος και τα χαμένα κέρδη του στους εργαζόμενους, μειώνοντας το κόστος παραγωγής, δηλαδή το κόστος της εργασίας. Γεγονός το οποίο επιτυγχάνεται ή επιδιώκεται, καθώς εντείνεται η εκμετάλλευση και η καταπίεση. Βλέπουμε λοιπόν το τελευταίο διάστημα κράτος και αφεντικά να ξανά οργανώνουν την μισθωτή σκλαβιά θεσμοθετώντας την ελαστικοποίηση της εργασίας, αυξάνοντας τα όρια συνταξιοδότησης, προχωρώντας σε απολύσεις, μειώνοντας τους μισθούς, αναγκάζοντας σε διαθεσιμότητα εργαζόμενους και γενικότερα καταργώντας εργατικά και ασφαλιστικά κεκτημένα. Όλα τα αυτά αποτελούν μέρος της επίθεσης, το οποίο κινείται στο «νόμιμο» πλαίσιο, που ίδιοι, φυσικά, έχουν ορίσει. Σε όλα τα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε την μαύρη εργασία, τις απλήρωτες υπερωρίες, την εργοδοτική τρομοκρατία, τις μειωμένες ασφαλιστικές εισφορές, τις κλεμμένες αποζημιώσεις, τα δώρα, τις άδειες… Όμως, όπως πολύ καλά γνωρίζουν και τα ίδια τα αφεντικά, σήμερα τα μέτρα αυτά, μπορούν απλώς να δώσουν μια παράταση χρόνου, καθώς συγκρατούν μεν σταθερά ή αυξάνουν πρόσκαιρα τα κέρδη τους, ταυτόχρονα όμως μειώνουν την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων. Την πολυπόθητη, λοιπόν, λύση απέναντι στην κρίση αναζητάει ο καπιταλισμός κυρίως μέσω της πολυδιαφημισμένης πράσινης ανάπτυξης. Όπως κατά το παρελθόν οι πόλεμοι χρησίμεψαν, για να καταστραφούν οι παραγωγικές δυνάμεις και μετά οι ίδιοι οι καπιταλιστές να τις ξαναφτιάξουν ώστε να υπάρξει κίνηση των κεφαλαίων. Έτσι και σήμερα όλα πρέπει να καταστραφούν και να ξαναφτιαχτούν, σύμφωνα, όμως, με τα σύγχρονα οικολογικά πρότυπα. Οι κυρίαρχοι, δηλαδή αυτοί που ευθύνονται για την οικολογική καταστροφή του πλανήτη, παρουσιάζονται τώρα ως οι εγγυητές του μέλλοντος της γης και της ανθρωπότητας. Παρουσιάζουν τις μπίζνες τους και την επιδίωξη τους για κέρδος, ως τη δικιά μας σωτηρία.

Η οικονομία έχει φτάσει κι άλλες φορές σε σημεία καμπής και οι δυσκολίες ή και τα αδιέξοδα ξεπεράστηκαν. Οι λύσεις δόθηκαν από τους πολιτικούς διαχειριστές του κεφαλαίου μέσω των θεσμών. Σήμερα όμως αυτό δεν φαντάζει εφικτό καθώς το κράτος και οι θεσμοί του περνούν (να το πούμε ακόμα μια φορά) κρίση. Κρίση νομιμοποίησης, αποδοχής, εμπιστοσύνης, γεγονός που οφείλεται σε παράγοντες ιστορικούς, πολιτικούς, κοινωνικούς, τοπικούς. Σε αυτά τα δεδομένα πρέπει να προσθέσουμε την καταστροφή του κοινωνικού ιστού, της κοινότητας (π.χ. της γειτονίας), από τον ίδιο τον καπιταλισμό, ώστε να μπορεί να εκμεταλλευτεί και να απομυζήσει περισσότερο το απομονωμένο, από κάθε συλλογικότητα (κοινωνική, πολιτική, εργατική) πλέον, άτομο. Το οποίο μόνο του και αποκαμωμένο από τον αδυσώπητο και εντέλει μάταιο αγώνα, για οικονομική και κοινωνική ανέλιξη, έχει καταντήσει ένα κενό κουφάρι, χωρίς καμία εμπιστοσύνη στον εαυτό του (σκοπός επιδιωκόμενος) και σε κάθε κοινότητα. Αυτό προσπάθησε και σε μεγάλο βαθμό το κατάφερε, ο καπιταλισμός τόσο μέσω της αντίληψης «ο καθένας για τη πάρτη του», της εξατομίκευσης, της απομόνωσης, της διασποράς φόβων (οι οποίοι βρήκαν γόνιμο κοινωνικό έδαφος) και ανασφάλειας, όσο και μέσω άλλων, πιο πρακτικών, σχεδιασμών όπως της πολεοδομίας (μικρά κλουβιά-διαμερίσματα). Βέβαια σε αυτό το σημείο οφείλουμε να πούμε ότι ιστορικά πολλές φορές όλα τα παραπάνω έχουν οδηγήσει σε ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς και στην ενίσχυση του κράτους και των μηχανισμών του. Στη σημερινή συγκυρία, όμως, φαίνεται να συμβαίνει το αντίθετο, όλο και περισσότεροι άνθρωποι δυσπιστούν πια στους θεσμούς. Από τη δικαιοσύνη μέχρι την τοπική αυτοδιοίκηση, από την εκπαίδευση μέχρι τις δημόσιες υπηρεσίες η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι διάχυτη και ευρέως παραδεκτή.

Παρακαταθήκες του Δεκέμβρη

Αυτή η πραγματικότητα διανθισμένη με πολλή απελπισία από την πλευρά «των από κάτω», είναι αυτή μέσα από την οποία προήλθε η έκρηξη του Δεκέμβρη, αφορμή για την οποία αποτέλεσε η δολοφονία του συντρόφου Αλέξη. Μια έκρηξη η οποία δεν αποζητούσε και δεν αιτούνταν τίποτα, μιας και τίποτα δεν μπορούσε να αλλάξει μια απελπιστική καθημερινότητα, για ένα ολοένα αυξανόμενο κομμάτι του πληθυσμού. Έτσι ο Δεκέμβρης ήρθε να καταστρέψει κάθε σύμβολο ενός κόσμου, που το μόνο που μπορεί να προσφέρει είναι εκμετάλλευση, μιζέρια, καταπίεση, φτώχεια, εξαθλίωση. Ενώ ταυτόχρονα όπως συμβαίνει με κάθε έκρηξη, γεννήθηκε το καινούργιο, το οποίο αν η καταστροφή προήλθε από την απελπισία, αυτό προήλθε από την αμφισβήτηση. Αμφισβήτηση της αξιοπιστίας όχι μόνο των θεσμών, των κυριαρχικών σχέσεων και των δομών αλλά και των μέσων, των δράσεων και των τρόπων οργάνωσης των ίδιων των αγώνων. Μια αμφισβήτηση η οποία δημιούργησε το κοινωνικό έδαφος πάνω στο οποίο άνθισαν η αντιιεραρχία, η αυτοοργάνωση, η άμεση δράση, οι ανοιχτές συνελεύσεις, οι συλλογικές αδιαμεσολάβητες ριζοσπαστικές αντιστάσεις. Λογικές και επιλογές αγώνα, οι οποίες πέρα από την αντανάκλαση τους στο δρόμο βρήκαν και το συλλογικό τους έδαφος στα αυτοοργανωμένα εγχειρήματα τα οποία γεννήθηκαν μετά το Δεκέμβρη. Καταλήψεις κτιρίων που πραγματοποιούνται από λαϊκές συνελεύσεις σε διάφορες γειτονιές της Αθήνας, πάρκα και δημόσιοι χώροι που καταλαμβάνονται από κατοίκους ενάντια στα «αναπτυξιακά» σχέδια δημάρχου και εργολάβων, κτίρια στο κέντρο της Αθήνας τα οποία καταλαμβάνονται από κόσμο, που συναντήθηκε και ζυμώθηκε τις μέρες που ακολούθησαν την 6η Δεκεμβρίου.

Καταστολή και αφομοίωση

Μπροστά σε αυτά τα εγχειρήματα, το κράτος πράττει όπως ξέρει, και όπως οφείλει στο πλαίσιο ενός δημοκρατικού καθεστώτος, δηλαδή χρησιμοποιώντας όλους τους κατασταλτικούς μηχανισμούς που διαθέτει.

Η παρουσία τους γίνεται πιο φανερή, πιο δριμεία και πιο αυξημένη τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα το 2002 (με την εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη και του ΕΛΑ) και το 2004 (Ολυμπιακοί Αγώνες) και στοχεύει στην υιοθέτηση μέτρων κοινωνικού ελέγχου πιο κοντά στο πλαίσιο της «Ευρώπης» και του ιδεολογήματος της ασφάλειας. Στην ουσία, συνιστούν μια σκληρή επίθεση εναντίον των κοινωνικών αγώνων. Από τη μια, η νομοθεσία συνεχώς εξελίσσεται και αντιμετωπίζει τις κοινωνικές συγκυρίες, όπως του Δεκέμβρη (με αφορμή τη «βία»), ως ευκαιρίες για να ποινικοποιήσει τους αγώνες, από την άλλη τα ΜΜΕ, υποκρινόμενα ότι παίρνουν μια «ουδέτερη»/ «αποστασιοποιημένη» θέση, δεν κάνουν άλλο από το να εγκληματοποιούν τις δομές και τις πράξεις των αντιστεκόμενων, καθώς και να διαχέουν τον φόβο στην κοινωνία. Επιπλέον, στο όνομα της «ασφάλειας» και της κοινωνικής ειρήνης, συγκροτούνται νέα σώματα μπάτσων που στρατοπεδεύουν στο κέντρο της πόλης, και η παρουσία σωμάτων καταστολής ενισχύεται στους δρόμους.

Και πώς μεταφράζεται αυτό στο Δεκέμβρη; Όλα ξεκινούν με την καθεστωτική δολοφονία του Αλέξη, που αναγκαστικά την κρίνουμε ως την πιο ακραία, αν και όχι σπάνια, έκφανση της καταστολής, που έχει ως αποτέλεσμα τα επόμενα γεγονότα. Τα ΜΜΕ καταγγέλλουν μεν τη δολοφονία, αλλά παρουσιάζουν το γεγονός σαν μεμονωμένο περιστατικό και παράλληλα καλούν το κράτος να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τη «βία», διαστρεβλώνοντας την ουσία των γεγονότων. Δίνουν έτσι πάτημα, με πρόσχημα την «αγανάκτηση» της κοινής γνώμης (όχι όμως τόσο «κοινής» όσο συνήθως), στην κατασταλτική δραστηριότητα, στις πολυάριθμες συλλήψεις που ακολουθούν, προσπαθώντας να τρομοκρατήσουν τον κόσμο με σκοπό οι τελευταίοι να γυρίσουν πίσω στα σπίτια τους. Στο πλαίσιο του εκφοβισμού εντάσσεται και η φημολογία για την κήρυξη της χώρας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, καθώς και η εφαρμογή του αντιτρομοκρατικού νόμου σε αρκετές περιπτώσεις (περισσότερες σε ένα μήνα από το σύνολο των τελευταίων χρόνων για πολιτικές υποθέσεις). Το ζήτημα των κουκουλοφόρων, όπως αυτό αναδεικνύεται από την κυριαρχία, έρχεται να ενισχύσει το παραπάνω κλίμα, θέτοντας ψευτοδιλήμματα περί νόμιμου και παράνομου, και ουσιαστικά αποσκοπώντας στην απονοηματοδότηση δράσεων και πρακτικών. Καλεί την κοινωνία να επιλέξει ή την υπεράσπιση της κοινωνικής ειρήνης, ως ανώτερο αγαθό, ή το πεδίο της «καταστροφής», αποσιωπώντας, φυσικά, ότι πρόκειται για μία συνολική καταστροφή του status quo, δηλαδή μία άρνηση των παραδοσιακών θεσμών και της υπακοή σε αυτούς. Μία άρνηση και επίθεση (περισσότερο ή λιγότερο συνειδητή, χωρίς να έχει αυτό ιδιαίτερη σημασία) που παράλληλα επιλέγει διαφορετικές δομές, χωρίς διαμεσολαβητές σε οποιοδήποτε επίπεδο. Αυτή η στάση, είτε προέρχεται από τους αντιστεκόμενους, είτε από τα πιο περιθωριοποιημένα κομμάτια της κοινωνίας (π.χ. μετανάστες), συνιστά μία εχθρική λογική και πράξη απέναντι στο κράτος, που έτσι επιτίθεται δυναμικά, προσπαθώντας να επιβάλλει μέτρα κοινωνικού ελέγχου προς το συμφέρον του (μέτρα που αργά ή γρήγορα θα εμφανίζονταν).

Το σχέδιο καταστολής όμως δεν σταματάει εδώ. Μετά το Δεκέμβρη υπάρχει αλλαγή στο σώμα των υπουργών, όπως στην περίπτωση του Υπ. Εσωτερικών, όπου ο Μαρκογιαννάκης υιοθετεί μία καινούρια στρατηγική που αφορά στη μηδενική ανοχή και που ασφαλώς είναι βασισμένη στην τρομοκράτηση: στις πορείες που ακολουθούν, τον Ιανουάριο, η παρουσία των μπάτσων στους δρόμους είναι στρατιωτικού τύπου, και το επίπεδο σύγκρουσης που επιλέγουν αυξάνεται ποσοτικά και ποιοτικά. Παράλληλα με αυτό, υπάρχει εξέλιξη στις μεθόδους και στη νομοθεσία ενάντια στους «κουκουλοφόρους» καθώς και η διάχυτη και απεγνωσμένη ανάγκη για επίδειξη δύναμης, τόσο με την συγκρότηση της «ετοιμοπόλεμης» ομάδας Δ όσο και με τις εξαγγελίες για χρήση αύρων και άλλου επιθετικού εξοπλισμού.

Είναι, ασφαλώς, αναμενόμενο ότι μέσα και μετά από την δεκεμβριανή εξέγερση το σύνολο των κοινωνικών αγώνων και οι νέες δομές που δημιουργήθηκαν βρίσκονται στο στόχαστρο του κράτους και των κατασταλτικών του μηχανισμών, σε μία προσπάθεια να ανακτηθεί το χαμένο έδαφος. Εννοείται επίσης ότι σε αυτή την προσπάθεια επιστρατεύονται όχι μόνο τα επίσημα μέσα και εργαλεία της αστικής δημοκρατίας, όπως αυτά αναφέρονται παραπάνω αλλά και τα ανεπίσημα-παρακρατικά μέσα, που καλούνται, ενίοτε, να επιτελέσουν το «άκομψο έργο» του εκφοβισμού και συνεπώς της καταστολής. Οι παρακρατικές δυνάμεις, που κατά την διάρκεια της εξέγερσης δεν κατάφεραν να υπάρξουν, εμφανίζονται μετά το Δεκέμβρη με μία χειροβομβίδα στο στέκι μεταναστών. Η πράξη αυτή, εκτός της συμβολικής επιλογής του χώρου είχε ως σκοπό να προκαλέσει το θάνατο και επομένως να στείλει ένα σαφέστατο μήνυμα τόσο στους εξεγερμένους όσο και στην περιοχή των Εξαρχείων.

Μέσα στο πλαίσιο της σύγκρουσης της κυριαρχίας και των ριζοσπαστικών κοινωνικών ομάδων, εμφανίζεται μια άλλη επικίνδυνη διαδικασία, μακροχρόνιου και πολυδιαφημιζόμενου χαρακτήρα, η οποία, αν και δεν εντάσσεται άμεσα στους σχεδιασμούς καταστολής, ωστόσο λειτουργεί απόσυμπιεστικά, «απορροφώντας τους τριγμούς» της κοινωνίας. Χρησιμοποιώντας το ιδεολόγημα της «κοινωνίας των πολιτών» επιδιώκεται η πλήρης αφομοίωση και εν τέλει η αποδυνάμωση των κοινωνικών αγώνων. Τι σημαίνει αυτό; Με το θρίαμβο της δημοκρατίας και της ιδεολογίας της, η εξόντωση των «εσωτερικών εχθρών» ξεπερνάει τη φυσική της διάσταση (στρατιωτικού τύπου διαχείριση από την πλευρά του κράτους) και επιλέγει μια στρατηγική πιο προσεκτική και όχι τόσο φανερή, που έχει ως στόχο την απονοηματοδότηση του λόγου και της πράξης των κοινωνικών αγώνων, εντάσσοντάς τους στο πλαίσιο του δημοκρατικού καθεστώτος και αποστειρώνοντάς τους από τα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά τους. Πρόκειται για ένα μοντέλο που έχει δοκιμαστεί και έχει πετύχει στα κράτη της δυτικής Ευρώπης (πχ στη Γαλλία, σαν ακραίο παράδειγμα) τις τελευταίες δεκαετίες, με το σύνολο της αριστεράς (από τη σοσιαλδημοκρατία μέχρι την εξωκοινοβουλευτική αριστερά) σαν κύριο φορέα αυτής της διαδικασίας.

Γενικά, αλλά ολοφάνερα από το Δεκέμβρη, ο ΣΥΡΙΖΑ (και όχι μόνο) προωθεί ένα συγκεκριμένο λόγο: μια «δυναμική», με όρους θεάματος, παρουσία στους δρόμους, παράλληλα με την αποκήρυξη της «βίας», ενώ παρουσιάζει τους διάφορους αγώνες, που ουσιαστικά εστιάζουν στην εκ βάθρων ανασυγκρότηση των δομών και της κοινωνίας ως «μερικούς» με όρους αφομοίωσης. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται ο έλεγχος από τις δομές του ίδιου του κράτους και γεννάται μια καινούργια πίστη σε μια «εφικτή εναλλακτική» δημοκρατία. Προωθείται έτσι το πρόσωπο του «ενεργού πολίτη», που από τη μία ξελαφρώνει το κράτος από δικές του δουλειές (μέσω πρωτοβουλιών που καμιά σχέση δεν έχουν με προτάγματα όπως η αυτοοργάνωση, η αντίσταση ή η αλληλεγγύη, αλλά μιας διαστρεβλωμένης εκδοχή τους) και από την άλλη δυναμώνει της δομές του και τελικά την ουσία του.

H παρακαταθήκη του Δεκέμβρη, σε επίπεδο γειτονιών (Κυψέλη, Εξάρχεια, Φιλαδέλφεια, Πετράλωνα, Μπραχάμι κα), εκφράζεται μέσα από διάφορα εγχειρήματα συλλογικών και αδιαμεσολάβητων δράσεων. Σε αυτό το σημείο οφείλουμε να διαφυλάξουμε τον χαρακτήρα των αγώνων μας από τον κίνδυνο να ενσωματωθούν και τελικά να ατονήσουν ή να κατασταλούν. Και αν χαθεί ο χαρακτήρας και η δόμηση των αγώνων, πλησιάζοντας τον χαρακτήρα και τους θεσμούς της κυριαρχίας, οι αγώνες μας θα πάψουν να είναι τέτοιοι, για να γίνουν μια τραγική παρωδία των ίδιων και ταυτόχρονα μια ενίσχυση της υπάρχουσας κυριαρχίας.

Εγχειρήματα τα οποία ξεπετάχτηκαν μέσα από τις φωτιές της εξέγερσης και, ανεξάρτητα από την σύνθεσή τους, προτάσσουν την άμεση και αδιαμεσολάβητη δράση μέσα από συλλογικές, αντιιεραρχικές και αυτοοργανωμένες διαδικασίες. Προτάγματα που έρχονται σε ρήξη με τις λογικές ανάθεσης των υποθέσεων που μας αφορούν σε κάθε είδους ειδικούς, πολιτικούς, επιτροπές, κόμματα. Μακριά από δίπολα διαχωρισμού νομίμου ή παράνομου. Διαδικασίες μέσα από τις οποίες οι άνθρωποι επανέκτησαν την χαμένη εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο.

Η εισήγηση της εκδήλωσης σε μορφή pdf βρίσκεται εδώ.

1 2 3 4